Το Σκοπιανό κοκτέιλ και η νόθα Μακεδονία – ΝΟΤΑ ΜΑΚΕDONIJA

  Επί αρκετά χρόνια ακούω από άτομα – με διάφορες σημαντικές ιδιότητες – ότι οι ξένοι δεν καταλαβαίνουν την ανησυχία μας για τον αυτοπροσδιορισμό τών Σκοπιανών ως Μακεδόνων και την επιμονή μας για την αλλαγή τού ονόματος κ.τ.λ. του αδύναμου κρατιδίου τους!
Έχω μηδαμινή ενημέρωση – όπως και όλοι οι Έλληνες – για την επιχειρηματολογία τών εκάστοτε αρμοδίων μας προς τους ξένους στο θέμα αυτό και έτσι αναγκάζομαι να πιθανολογήσω ότι τα επιχειρήματά μας εξαντλούνται σχεδόν στο να αποδείξουμε αμυνόμενοι  το διεθνώς πασίδηλο, ότι δηλαδή «η Μακεδονία είναι ελληνική», και δεν αναδεικνύουμε επιθετικά και παράλληλα ότι τα Σκόπια (Skopje) ουδέποτε ανήκαν σε Μακεδονικό χώρο, φύλο, έθνος και πολιτισμό, ότι οι πολίτες τής FYROM /ΠΓΔΜ είναι ήδη περίπου μόνο 60% Νοτιοσλάβοι και 30% Αλβανοί, 4% Τούρκοι, 2,66% Ρομά (που κατοικούν στα νότια), 1,80% Σέρβοι, 0,5% Ελληνόβλαχοι, με θρησκείες: 62% ορθόδοξοι, 34% μουσουλμάνοι, 0,5% ρωμαιοκαθολικοί και 3,5% άλλα δόγματα ή χωρίς θρησκεία (σε πληθυσμό 2.050.671, σύμφωνα με την ανεπίσημη απογραφή τού 2009) και, τέλος, τις αλυτρωτικές διατάξεις τού Συντάγματός τους, όπως του Άρθρου 49: «Η Δημοκρατία ενδιαφέρεται για το καθεστώς και τα δικαιώματα εκείνων των προσώπων που ανήκουν στον Μακεδονικό Λαό σε γειτονικές χώρες καθώς και για τους εκπατρισμένους Μακεδόνες» και του Άρθρου 119, Τροπολογία 1:  «Τα σύνορα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας μπορούν να αλλάξουν μόνο σε συμφωνία με το Σύνταγμα και στην αρχή της ελεύθερης βούλησης», οι οποίες διατάξεις προβάλλονται με θράσος και σε εκδηλώσεις Νοτιοσλάβων και  εντός της Ελλάδας, έτσι ώστε αποτελούν έμμεση, πλην σαφή απειλή και πρόκληση πολέμου. Δηλαδή εκφράζουν πρόθεση να απελευθερώσουν τη Δυτική Μακεδονία μέχρι τη Θεσσαλονίκη και τους κατοίκους τους, που δήθεν έχουν υποδουλώσει οι Ελληνες!
Για την παρουσία τών Νοτιοσλάβων στα Βαλκάνια και για το ΣκοπιανόΜακεδονικό Ζήτημα σε όλες τις διαστάσεις και τα παράπλευρά του έχουν γραφεί αμέτρητα βιβλία και άρθρα, ελληνικά και ξένα, στα οποία όμως η προσέγγιση γίνεται σχεδόν μόνο από ειδικά ενδιαφερόμενους.
Από τα βιβλία αυτά, ως κύρια πηγή για το παρόν κείμενό μου, προτρέχω να αναφέρω τα: 1) «Οι Σλάβοι των Βαλκανίων» της Καθηγήτριας του Α.Π.Θ. Γιάννας Κατσόβσκα – Μαλιγκούδη  (GUTENBERG 2004/2007), 2)  «Η Επανάσταση της Μακεδονίας κατά το 1878» του διακεκριμένου Ευάγγελου Κωφού (ΙΜΧΑ 1962) και 3) Το βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών «Το Μακεδονικό Ζήτημα, 1962 – 1995» (Καστανιώτης 2012) του Δρα και, εκτός άλλων, Μέλους τού Δ.Σ. της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρίας Σερρών – Μελενίκου Γιώργου Καλπαδάκη.
Το ΣκοπιανοΜακεδονικό Ζήτημα στη σημερινή φόρμα του εμφανίστηκε διεθνώς το 1946, όταν ο Κροάτης Γιόζιπ Μπροζ – Τίτο δημιούργησε την Ομόσπονδη Λαϊκή Δημοκρατία τής Γιουγκοσλαβίας (δηλαδή της Σλαβίας του Γιούγκ = Νότου, δηλαδή τής Νοτιοσλαβίας) και έκτοτε υπάρχει σαν ηφαίστειο, άλλοτε ενεργό κι άλλοτε όχι.
Δυστυχώς, διαπιστώνω εντυπωσιακή άγνοια των Ελλήνων για τα γεγονότα εκείνα που συνθέτουν το όλο Ζήτημα. Παρόλα αυτά έχω τη βεβαιότητα ότι το 90% των Ελλήνων  θέλει λύση τού Ζητήματος, όμως, οι ΄Ελληνες αυτοί, έχοντας αντιμετωπίσει όλα αυτά τα χρόνια τα θετικά ή αρνητικά λάθη τών εκάστοτε αρμοδίων μας και χωρίς να έχουν τη δέουσα και υπεύθυνη πληροφόρηση διακατέχονται από ανασφάλεια και αντιδρούν με το «η μη λύση» είναι προτιμότερη από τη «μη αναστρέψιμη κακή λύση», όταν μάλιστα πρόκειται για τον μοναδικό παγκοσμίως εθνικό και πολιτισμικό σφετερισμό και την αμφισβήτηση από τους Σκοπιανούς της ελληνικότητας ακόμα και της ιστορικής και αυθεντικής Μακεδονίας μας.
Βέβαια, δέχομαι ότι η εξωτερική πολιτική είναι καλύτερα να διεξάγεται  μυστικά, αλλά αυτό επιτυγχάνεται στα απολυταρχικά καθεστώτα. Στα δημοκρατικά κράτη και σε περιπτώσεις όπως το Σκοπιανό, μέρος τών μακροχρόνιων διαπραγματεύσεων δεν μπορεί να αποσιωποιηθεί. Όμως στην Ελλάδα οι εκάστοτε αρμόδιοι ήταν επιζήμια φειδωλοί... Δεν αρκεί η δήλωση του ΥΠ.ΕΞ. κυρίου Ν. Κοτζιά, πριν από το Συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης, ότι «Η επικείμενη λύση τού Σκοπιανού θα ικανοποιεί ακόμα και τον κ. Πάνο Καμένο»!
Κατόπιν αυτών, στην τωρινή ενεργή φάση του Ζητήματος, είναι επίκαιρο και πρέπον να επανέλθουν στη μνήμη μας τα σημαντικά εκείνα γεγονότα, που θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν να κρίνουμε ορθότερα και να πάρουμε κρίσιμες αποφάσεις, υποτίθεται μη αναστρέψιμες.
Α.- Η Μακεδονία.
Τα γεωγραφικά όρια της ιστορικής, γνήσιας και αυθεντικής Μακεδονίας, της κοιτίδας τού μακεδονικού φύλου τών Ελλήνων, κατά την κορυφαία εποχή τού Φιλίππου Β΄ και του γιού του Αλέξανδρου Γ΄ – του Μέγιστου των Μεγάλων Ηγετών παγκοσμίως – ήταν περίπου: Νότια (από δυτικά προς ανατολικά) τα Όρη Χάσια, το όρος Όλυμπος και το Αιγαίο Πέλαγος (με τους Κόλπους Θερμαϊκό, Στρυμονικό και Καβάλας). Ανατολικά, ο ποταμός Νέστος. Βόρεια (από ανατολικά προς δυτικά) τα Όρη Ροδόπη, Όρβηλος, Κερκίνη (Μπέλες), Bόρας (Καϊμακτσαλάν) και οι Λίμνες Δοϊράνη και Μεγάλη Πρέσπα. Δυτικά (από βόρεια προς νότια) τα Όρη Ιλλυρικό, Γράμμος και Πίνδος.  
΄Εκτοτε οι σημαντικότερες διοικητικές και μόνο μεγεθύνσεις του παραπάνω βασικού γεωιστορικού χώρου έγιναν:
1ον.-Κατά τη διάρκεια της Ρωμαϊκής κυριαρχίας, επί Τιβερίου (42 π.Χ. – 37 μ.Χ.), η Επαρχία (Provincia) τής Μακεδονίας ανακηρύχθηκε «αυτοκρατορική», ενώθηκε με τις Επαρχίες τής Αχαΐας και της Μοισίας (ο χώρος μεταξύ Αίμου και Δούναβη) και διαιρέθηκε σε δύο τμήματα, τη «Μακεδονία Πρώτη» με την Εγνατία Οδό και τη «Μακεδονία Δεύτερη».
2ον.-Κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, πριν από τον Αυτοκράτορα Βασίλειο Α’ (812 – 886), το «Μακεδονικόν Θέμα» επεκτάθηκε πέραν της Θρακικής Αδριανούπολης, όπου γεννήθηκε ο Βασίλειος Α΄ και γι’ αυτό αποκλήθηκε «Μακεδών». Με τη γνώση μας αυτή και επειδή, μεταξύ των Σκοπιανών απομιμήσεων σοσιαλιστικού ρεαλισμού, υπάρχει και το άγαλμα του τρισέγγονου του Βασιλείου Α΄, του Βασιλείου Β΄ του Βουλγαροκτόνου, σκέφτομαι μήπως αυτό είναι μήνυμα αλυτρωτικό των Σκοπιανών και προς την Τουρκία!
3ον.-Κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής κυριαρχίας, η Μακεδονία αποτελείτο από τα Βιλαέτια τής Θεσσαλονίκης και του Μοναστηρίου (Bitola), στα οποία άλλοτε προστίθετο κι άλλοτε αφαιρείτο το Βιλαέτι τού Κοσόβου, στο οποίο περιλαμβάνονταν πάντα τα Σκόπια. Ως εκ τούτου οι Σκοπιανοί είναι λογικό να λέγονται Κοσοβάροι, δεδομένου μάλιστα ότι ως εθνική εορτή τους οι Σέρβοι εορτάζουν την ημέρα τής ήττας τους στη φονική μάχη του Κοσσυφοπεδίου / Κοσόβου (15 Ιουλίου).
Τα δύο Μακεδονικά Βιλαέτια περιελάμβαναν από ένα τμήμα της Μακεδονίας τού Φιλίππου και του Αλεξάνδρου, με το Βιλαέτι τής Θεσσαλονίκης να εκτείνεται προς βορρά μέχρι τον Καζά τής Ανω Τζουμαγιάς (Blagojevgrad) και του Μοναστηρίου μέχρι τους Καζάδες του Περλεπέ (Prilep) και του Κίτσεβου (Kicevo).
Η περιοχή τού Μοναστηρίου και πέραν των προς Νότο ορίων τής Μακεδονίας, όπως και όλη η Ηπειρος, από λόγους πληθυσμιακούς (όχι διοικητικούς) αποκλήθηκε από τους Οθωμανούς «Κιουτσούκ Βαλαχί» = Μικρή Βλαχία και οι κάτοικοι «Κιουτσούκ Βαλάχ» = Μικρόβλαχοι, οπότε Κουτσόβλαχοι ή Ελληνόβλαχοι (βλ. και «Κουτσοβλαχικό Ζήτημα»). Στον Ελληνισμό τής όλης αυτής περιοχής περιλαμβάνονταν και σλαβόφωνοι, που είχαν ελληνική συνείδηση, οι οποίοι αποκαλούνταν, και σε επίσημα έγγραφα της εποχής εκείνης, «Ελληνίζοντες» ή «Βουλγαρόφωνοι Έλληνες».
Οι Ελληνόβλαχοι εκείνοι αποτελούσαν το κύριο οικονομικό και πολιτισμικό στοιχείο της Μικρής Βλαχίας και, μετά τους Οθωμανούς, ήταν οι πολυπληθέστεροι. Κατά τον 19ο αιώνα, το Ελληνικό Κράτος είχε Προξενείο στη Θεσσαλονίκη, με Υποπροξενεία στα Σέρρας και την Καβάλα, και Προξενείο στο Μοναστήρι. Πρέπει, επίσης, να αναφέρω ότι την εποχή εκείνη η περιοχή τής νοητής γραμμής Λίμνης Αχρίδας – Μοναστηρίου –Στρώμνιτσας – Μελενίκου εντός των ορίων των Βιλαετίων Μοναστηρίου και Θεσσαλονίκης, αποκαλείτο «΄Ανω Μακεδονία».
4ον.-Ο διαμελισμός τού συνόλου της Οθωμανικής Μακεδονίας από την Ελλάδα, τη Σερβία και τη Βουλγαρία στα σημερινά τμήματά της, έγινε μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους (με τις Συνθήκες τού Λονδίνου και του Βουκουρεστίου το 1913) και μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (με τη Συνθήκη του Νεϊγί το 1919). Ο τριχοτομημένος αυτός χώρος περιλαμβάνει την «Ελληνική Μακεδονία» («Egeiska Makedonija» = «του Αιγαίου»  ή «Belomorie» = Άσπρη Θάλασσα,  κατά τους Βουλγάρους και Σκοπιανούς) με ποσοστό εδάφους 51,57%, τη «Μακεδονία του Βαρδάρη» των Σέρβων με ποσοστό 38,32% και τη «Μακεδονία του Πιρίν» των Βουλγάρων με ποσοστό 10,11%.
Τέλος, πρέπει να προσθέσω ότι επειδή οι Βούλγαροι δεν ικανοποιούνταν με τον όρο «Ιστορική Μακεδονία» (εκείνη του Φιλίππου και του Αλέξανδρου), επινόησαν τον όρο «Γεωγραφική Μακεδονία» με βάση τα Οθωμανικά Βιλαέτια Θεσσαλονίκης και Μοναστηρίου, με σκοπούς που δεν είναι του παρόντος να αναφερθούν, αλλά είναι κατανοητοί.
Β.- Οι Νοτιοσλάβοι.
Οι Σλάβοι, προερχόμενοι από την κοιτίδα τους, βόρεια των Καρπαθίων, πρωτοεμφανίστηκαν στην περιοχή της βορειοδυτικής Βαλκανικής Χερσονήσου κατά τον 6ο και 7ο μ.Χ. αιώνα και ονομάστηκαν Νοτιοσλάβοι / Yugoslavi.
Σ’ αυτούς περιλαμβάνονταν οι Σέρβοι, οι Σλοβένιοι, οι Κροάτες, οι Βόσνιοι και τέλος οι Μαυροβούνιοι, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή Ζέα, που ονομάζεται από τον 15ο μ.Χ. αιώνα Crna Gora  = Μαύρο Βουνό και πλέον έχει τη διεθνή ονομασία στα ιταλικά erga omnes: Montenegro = Μαυροβούνιο. Παρόμοια περίπτωση σύνθετης μονολεκτικής ονομασίας κράτους προϋπήρξε η Γιουγκοσλαβία και τώρα η Belarus – Λευκορωσία.

foto_1.jpg

Από το σύνολο των διεθνών εγκρίτων επιστημόνων γίνεται δεκτή η μαρτυρία που παρέχει ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ζ΄ ο Πορφυρογέννητος (913 – 959), στο έργο του De administrando Imperio (DAI κεφ. 29 – 36), ότι ο βυζαντινός αυτοκράτορας Ηράκλειος (610 – 641) εγκατέστησε τους Σέρβους και τους Κροάτες μετά το έτος 626 στα Βαλκάνια ως συμμάχους, με πιθανό σκοπό να ελαττωθεί ο κίνδυνος από την πίεση των Αβάρων.
Με την πάροδο των αιώνων οι, πολυπληθέστεροι των λοιπών Νοτιοσλάβων, Σέρβοι, δημιούργησαν ένα αξιόλογο κράτος με πρωτεύουσα τα Σκόπια, όπου το 1346 στέφθηκε Τσάρος ο τότε ηγέτης τους, και ιδιαίτερα γνωστός στους Σερραίους, Στέφανος Ούρεσης Δ΄ Δουσάν.
Ο Δουσάν υπήρξε ο ενδοξότερος βασιλιάς τών Σέρβων και αποκλήθηκε από τους νεότερους ιστορικούς «Ναπολέων τού Μεσαίωνα». Κατέλαβε προς νότο όλη την Ήπειρο, τη Μακεδονία – πλην  Θεσσαλονίκης και Χαλκιδικής – και τη Θεσσαλία, επεκτείνοντας το κράτος του μέχρι τη νοητή γραμμή που ενώνει τον Παγασητικό Κόλπο (ανατολικά) με τον Αμβρακικό (δυτικά). ΄Ηταν η μόνη φορά που οι Νοτιοσλάβοι είχαν κατοχή όλης της Δυτικής και τμήμα της Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας.
Ο Δουσάν οργάνωσε άριστα το κράτος του με βάση το βυζαντινό διοικητικό σύστημα και ανέπτυξε τον σερβικό πολιτισμό παίρνοντας πολλά στοιχεία από το Βυζάντιο. Αυτοανακηρύχθηκε «Αυτοκράτορας Σέρβων και Ελλήνων» και πρόβαλε ως πρωταρχική επιδίωξή του την κατάκτηση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και την ανανέωσή της ως Σερβοελληνικής.
Ουδέποτε διανοήθηκε να επικαλεσθεί αρχαιομακεδονικές καταγωγές και άλλες παρόμοιες γελοιότητες... Ο άνθρωπος είχε «μυαλό».
Με τον θάνατό του, το 1355, άρχισε η αποδυνάμωση της ισχυρής κεντρικής εξουσίας και το 1389, στην τρομερή μάχη του Κοσσυφοπεδίου (Kosovo) – ίσως την πιο φονική μάχη μέχρι τότε σε ολόκληρη την παγκόσμια ιστορία – οι Οθωμανοί κατενίκησαν τους Σέρβους, οι οποίοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν όλη την ευρύτερη περιοχή τού Κοσσυφοπεδίου – όπου και τα Σκόπια – και να μεταφέρουν την πρωτεύουσά τους στο Βελιγράδι (Beograd = Λευκή Πόλη).
Στη συνέχεια, οι Οθωμανοί επεκτάθηκαν προς βορρά και έφθασαν μέχρι τη Βιέννη, την οποία πολιόρκησαν το 1529 και 1683, χωρίς όμως να την καταλάβουν.
Η Οθωμανική κατάκτηση της Σερβίας κράτησε περίπου τέσσερις αιώνες. Η μέχρι τότε πολιτιστική και κοινωνική εξέλιξη των Σέρβων διακόπηκε βίαια, στερήθηκαν την κρατική τους υπόσταση και η αριστοκρατική τάξη τους είτε εξολοθρεύτηκε είτε ενσωματώθηκε στο οθωμανικό τιμαριωτικό σύστημα. Αποκλείστηκαν επίσης από τις εξελίξεις στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Το 1690, από τις – υπό Οθωμανική κυριαρχία – περιοχές τής βόρειας Μακεδονίας και του Κοσόβου, οργανώθηκε μαζική έξοδος δεκάδων χιλιάδων επαναστατημένων Σέρβων προς τη νότια Ουγγαρία, για να αποφύγουν τις διώξεις των Οθωμανών, και στο χώρο τού Κοσόβου εγκαταστάθηκαν βαθμιαία μουσουλμάνοι Γκέκηδες Αλβανοί, αυτοί που υπάρχουν και σήμερα στο κρατίδιο των Σκοπίων.
Το 1804, στο Πασαλίκι τού Βελιγραδίου άρχισε η πρώτη μεγάλη προσπάθεια των Σέρβων να απελευθερωθούν από την Οθωμανική κυριαρχία.
Το 1834 κατάφεραν να αυτονομηθούν στην περιοχή εκείνη και,  μετά από συνεχείς αγώνες, το 1878 με τη Συνθήκη του Βερολίνου, ανεξαρτητοποίησαν μια μεγαλύτερη περιοχή, που δεν περιελάμβανε την Οθωμανική ακόμα βορειοδυτική Μακεδονία, όπου είχε αρχίσει ο ανταγωνισμός Βουλγάρων, Ελλήνων και Σέρβων, για να καταλήξει στον Μακεδονικό Αγώνα, στους Βαλκανικούς Πολέμους με την πρώτη ήττα των Βουλγάρων (στον 20ο αιώνα) και τη δεύτερη ήττα τους με τη λήξη του Μεγάλου (Α΄ Παγκοσμίου) Πολέμου, οπότε οριστικοποιήθηκαν τα σύνορα μεταξύ των κρατών Ελλάδας, Σερβίας και Βουλγαρίας στα σημερινά όρια τους.

foto_2.jpg

Ειδικώτερα, η Σερβία επεκτάθηκε προς νότον από το Κόσοβο με τα Σκόπια και νοτιότερα της γραμμής Μοναστηρίου – Στρώμνιτσας μέχρι τις Λίμνες Μεγάλη Πρέσπα και Δοϊράνη.
Γ.- Από την ένωση των Νοτιοσλάβων στη VARDARSKA BANOVINA.
Το τέλος του A΄ Παγκοσμίου Πολέμου (Νοέμβριος 1918) επέφερε, εκτός των άλλων, τη διάλυση της Αυστροουγγαρίας και την απελευθέρωση της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης, οπότε ένα μήνα μετά (τον Δεκέμβριο του 1918) ανακηρύχθηκε η γέννηση του «Βασιλείου τών Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων», αφού προηγήθηκε η ένωση του Μαυροβουνίου με τη Σερβία.

foto_3.jpg


Στο νέο κράτος των Νοτιοσλάβων, το οποίο αποτελούνταν πλέον από τους Σέρβους, Κροάτες, Σλοβένους, Βόσνιους και Μαυροβούνιους, κατοικούσαν επίσης και Σλάβοι Ουκρανοί, Σλοβάκοι και Τσέχοι, αλλά και μη Σλάβοι, όπως Αλβανοί, Ούγγροι, Γερμανοί, Ρουμάνοι, Ιταλοί, Εβραίοι, Ρομά και Ελληνόβλαχοι.
Στο νέο αυτό κράτος των Νοτιοσλάβων, συνεχίστηκε η λόγω τής πολύχρονης οθωμανικής κατάκτησης, πολυεθνική σύνθεση και το συνονθύλευμα φύλων, εθνοτήτων, θρησκειών, γλωσσών και ιδιωμάτων είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία στο σύνολο της επικράτειας μόνιμων εστιών εντάσεων.
Τις εντάσεις αυτές επέκτειναν οι συνέπειες από το «Σύνδρομο του νικητή» που είχαν οι πολυαριθμότεροι Σέρβοι, από τη συμβολή και τις θυσίες των οποίων «απελευθερώθηκαν» και άλλοι Νοτιοσλάβοι.
Μετά το 1920, σε όλη τη Μακεδονία (των τέως Οθωμανικών Βιλαετιών) πραγματοποιήθηκαν σημαντικές μετακινήσεις και ανταλλαγές πληθυσμών μεταξύ των Βαλκανικών Κρατών, οπότε στη Σερβική (πλέον) Μακεδονία οι Σλάβοι κάτοικοί της απετέλεσαν το 70%  σχεδόν του πληθυσμού της, άρχισαν να αποκαλούνται «Νότιοι Σέρβοι» και «Σερβική Μακεδονία», η Ορθόδοξη Εκκλησία τους περιήλθε στη δικαιοδοσία του Σερβικού Πατριαρχείου, τα σχολεία έγιναν σερβικά, το ίδιο η δημόσια διοίκηση και η επίσημη γλώσσα.
Το 1929, ο Βασιλιάς της Σερβίας Αλέξανδρος Α’, προς κατευνασμό των εντάσεων, εκτός των άλλων μέτρων που πήρε, καθιέρωσε συνταγματικά την ονομασία του κράτους σε «Γιουγκοσλαβία» και το χώρισε διοικητικά σε εννέα (9) μονάδες (Banata), στις οποίες έδωσε αντίστοιχα τα ονόματα των ποταμών που τις διέσχιζαν και τις οριοθέτησε έτσι, ώστε σε έξι από αυτές να πλειοψηφούν οι Σέρβοι.
Από αυτές, η νοτιότερη Επαρχία, με πρωτεύουσα τα Σκόπια, ονομάστηκε Vardarska Banovina = Επαρχία τού Βαρδάρη, από τον ποταμό Vardar (Βαρδάρη), ο οποίος διασχίζει την πόλη τών Σκοπίων, καταλήγει στην Ελλάδα με το όνομα Αξιός και εκβάλει στον Θερμαϊκό Κόλπο.
Η   Vardarska Banovina (Βαρντάρσκα Μπανόβινα) και ήδη F.Y.R.O.M./Π.Γ.Δ.Μ., με έκταση 25.713 τ.χιλ. που αντιστοιχούν στο 10% της όλης έκτασης της Γιουγκοσλαβίας, περιλαμβάνει στο νότιο τμήμα της μέρος των Οθωμανικών Βιλαετίων τής Μακεδονίας, το οποίο συνορεύει με την Ελλλάδα και ειδικότερα με τα βόρεια όρια της αυθεντικής, ιστορικής Μακεδονίας τού Φιλίππου και τού Αλέξανδρου.
Δ.- Από την ετερόκλητη Γιουγκοσλαβία του μεσοπολέμου στην προσπάθεια μακεδονοποίησης της FYROM /ΠΓΔΜ.  

Η συμπεριφορά τών Σέρβων ως αποικιοκρατών ενίσχυσε τους επιμέρους εθνικισμούς. Η προσπάθεια τού βίαιου εκσερβισμού τών Σλάβων τής Σερβικής Μακεδονίας (των σημερινών Σλαβομακεδόνων) και, εκτός άλλων, η παροχή γαιών τής περιοχής αυτής σε Σέρβους επήλυδες ενδυνάμωσε κάθε είδους τρομοκρατικές οργανώσεις, ακόμη και τη βουλγαρική παρακρατική VMRO, η οποία συνεργαζόταν – ως διεθνής πλέον τρομοκρατική οργάνωση – με τους Ιταλούς φασίστες και την κροατική φασιστική Ουστάσι.
Στην πολιτική σκηνή όλης της Γιουγκοσλαβίας εμφανίστηκε και το Κομουνιστικό Κόμμα  (ΚΚΓ), που ιδρύθηκε το 1920 και εφάρμοζε την γραμμή της Κομουνιστικής Διεθνούς (Κομιντέρν), η οποία στην αρχή θεωρούσε τη Γιουγκοσλαβία ως ένα «τεχνιτό δημιούργημα» που έπρεπε να διαλυθεί και τα συστατικά στοιχεία της να γίνονταν μέλη μιας βαλκανικής ομοσπονδίας, αλλά μετά έδωσε προτεραιότητα στον κοινό αγώνα τών αριστερών κομμάτων και κινημάτων κατά του φασισμού.
Στο  πλαίσιο τής γραμμής αυτής της Κομιντέρν, αναζητήθηκε λύση για το Μακεδονικό Ζήτημα, ώστε η Γιουγκοσλαβική Μακεδονία να είχε ισότιμη θέση με τους άλλους λαούς της Γιουγκοσλαβίας, ως ανεξάρτητη ομόσπονδη δημοκρατία με ξεχωριστό εθνικό χαρακτήρα.
Οι τάσεις και οι φάσεις – μέσα στο γενικό πολύπλοκο κλίμα αστάθειας – της εξέλιξης της Γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας να περάσει από τη γιουγκοσλαβοποίηση στην αποσερβοποίηση, δηλαδή στην απόκτηση νέας συλλογικής ταυτότητας και τη δημιουργία ενός ξεχωριστού μακεδονικού έθνους και ομόσπονδου μακεδονικού κράτους, όπως επίσης και η προσπάθεια της πανσλαβιστικής προπαγάνδας – που είχαν ξεκινήσει στις αρχές του 20ου αιώνα οι Ρώσοι πανσλαβιστές – να επιβληθεί το νεόκοπο όνομα «Μακεδονία», είναι τόσες πολλές, που δεν είναι δυνατόν να αναφερθούν, να αναλυθούν και να σχολιασθούν στο παρόν κείμενο.
Στις 2.8.1944 (επί ναζιστικής, ακόμα, κατοχής) πραγματοποιήθηκε η πρώτη σύνοδος της Αντιφασιστικής Συνέλευσης Εθνικής Απελευθέρωσης της Μακεδονίας, που διακήρυξε τη δημιουργία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας στο πλαίσιο της Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας και ανακηρύχθηκε ανώτατη νομοθετική και εκτελεστική αρχή τού ομόσπονδου κράτους. Το γεγονός, αργότερα, ονομάστηκε «Δεύτερο Ίλιντεν», γιατί συνέπεσε με την επέτειο της εξέγερσης του 1903.
Το καλοκαίρι τού 1947, επειδή οι Γιουγκοσλαβική και η Βουλγαρική ηγεσία πίστεψαν ότι μπορούσαν να ομοσπονδοποιήσουν τους Σλαβικούς λαούς τους και η Βουλγαρία να γίνει η έβδομη δημοκρατία, άρχισαν διαπραγματεύσεις μεταξύ τού Τίτο και του Βούλγαρου ομολόγου του Δημητρόφ, κατά τις οποίες η Βουλγαρία αναγνώρισε την ύπαρξη ενός «μακεδονικού» έθνους και της «μακεδονικής» γλώσσας και αντιπρότεινε τα δύο κράτη να αποτελέσουν μία συνομοσπονδία.
Κατόπιν αυτού οι κάτοικοι της Βουλγαρικής Μακεδονίας απέκτησαν, ως πρώτο στάδιο τής μελλοντικής ενοποίησής τους, αυτονομία στον πολιτιστικό τομέα. Η Γιουγκοσλαβία έστειλε στη Βουλγαρική Μακεδονία (τού Πιρίν) δασκάλους και σχολικά βιβλία για την εκμάθηση της ψευδώνυμης «μακεδονικής γλώσσας» και οργάνωσε στα Σκόπια για τους Βουλγάρους σχετικά επιμορφωτικά σεμινάρια. Επίσης, στο κέντρο τής Βουλγαρικής Μακεδονίας Blagoevgrad (τέως Άνω Τζουμαγιά) ιδρύθηκε «μακεδονικό» θέατρο, «μακεδονικός» εκδοτικός οίκος και κυκλοφόρησε «μακεδονική» εφημερίδα... Όλα αυτά ως αρχή υλοποίησης του ΒουλγαροΣλαβικού οράματος της «Μεγάλης Μακεδονίας», που θα περιελάμβανε και την ελληνική!
Όμως, ένα χρόνο μετά (το 1948) το ειδύλλιο των Νοτιοσλάβων με τους – προερχόμενους από την Κεντρική Ασία, που τον 5ο μ.Χ. αιώνα κατοικούσαν βόρεια της Αζοφικής θάλασσας – Βουλγάρους δεν είχε συνέχεια, γιατί η Σοβιετική ΄Ενωση αντέδρασε αρνητικά στην ομοσπονδιοποίηση αυτή, οπότε, ενώ ο Δημητρόφ συμμορφώθηκε προς τις υποδείξεις τής Μόσχας, ο Τίτο αρνήθηκε κι έτσι επήλθε η ρήξη του με τον Στάλιν, ο αποκλεισμός τού ΚΚΓ από την Κομινφόρμ, με επακόλουθο τη χάραξη από τον Τίτο τού γνωστού τρίτου δρόμου της Ομόσπονδης Λαϊκής Δημοκρατίας της Νοτιοσλαβίας / Γιουγκοσλαβίας.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι ότι το Κομουνιστικό Κόμμα τής Βουλγαρίας άλλαξε σταδιακά την αρχική θέση του, αρνήθηκε την ύπαρξη μακεδονικής μειονότητας στη Βουλγαρία και αντέδρασε στην παραποίηση,  όπως μέχρι τότε, της βουλγαρικής ιστορίας και της θεωρητικής θεμελίωσης – ιδεολογήματος ενός «μακεδονικού έθνους».... Πρακτική, την οποία αντίθετα οι Νοτιοσλάβοι συνέχισαν, φθάνοντας στο γνωστό παραλήρημά τους με τον Γκρούεφσκι.
Μετά την αρνητική στάση τής Βουλγαρίας, ο ΤΙτο, συνεχίζοντας την τακτική «μακεδονοποίησης» τής πρώην Vardarska Banovina και ήδη (από το 1946) Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, προσπάθησε πρώτον να απομακρύνει καθετί βουλγαρικό και δεύτερον να δημιουργήσει ανάχωμα κατά του μεγαλοσερβισμού, ευνοώντας τις τάσεις ανεξαρτησίας των Σλαβομακεδόνων πολιτικών από το Βελιγράδι... Να μη ξεχνάμε την Κροατική καταγωγή τού Τίτο.
Όπως μέχρι τότε οι αποφάσεις και οι εξελίξεις για την ταυτότητα των Σλαβομακεδόνων και για την υπόσταση του χώρου τους εξαρτώνταν από τους πολιτικούς και μία μικρή οικονομικοπνευματική ελίτ, έτσι και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η Γιουγκοσλαβική Μακεδονία έφτασε, χωρίς μεγάλη ανάπτυξη γενικά, μέχρι τη διάλυση όλης της Γιουγκοσλαβίας το 1991.
Μέσα στον ορυμαγδό τού πολέμου και της διάλυσης, οι Σλαβομακεδόνες φοβούμενοι μήπως γίνουν πάλι «νότια Σερβία», στο δημοψήφισμα του Σεπτεμβρίου του 1991, εκφράστηκαν με το 74% υπέρ ενός ανεξάρτητου κράτους και πέτυχαν – με ηγέτη τον Γκλιγκόροφ – την ειρηνική μετάβαση σε νέο ανεξάρτητο κράτος, επιλέγοντας ως όνομά του το δοκιμασμένο μέχρι τότε, πιο ακίνδυνο, «Δημοκρατία τής Μακεδονίας». Έτσι, το κατ’αρχήν διμερές πρόβλημα, πήρε διεθνή διάσταση, αφού επρόκειτο πλέον για υπαρκτό κράτος και όχι για περιοχή ή επιδιωκόμενη δημιουργία κράτους.
Στην Ελλάδα, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ιδιαίτερες συνθήκες του Ψυχρού Πολέμου γενικά και οι ειδικότερες μετεμφυλιακές, σε συνδυασμό με τη ρήξη του Τίτο με τον Στάλιν, οδήγησαν τις ελληνικές κυβερνήσεις – με την πίεση της Ουάσιγκτον για βελτίωση των διμερών σχέσεων με τη Γιουγκοσλαβία – στη λανθασμένη πολιτική τής «σιωπής» προς την ελληνική κοινή γνώμη, που επικυρώθηκε το 1962 με τη «συμφωνία κυρίων» μεταξύ του ΄Ελληνα Υπουργού Εξωτερικών Ε. Αβέρωφ και του Γιουγκοσλάβου ομολόγου του K. Popovic, με την οποία συνεχίστηκε να κρατείται σε άγνοια η ελληνική κοινή γνώμη, ώσπου επήλθε λαϊκή έκρηξη με τις μεγάλες μαζικές κινητοποιήσεις του 1991 – 1992, οι οποίες αιφνιδίασαν και τάραξαν τους σιωπούντες Ελληνες πολιτικούς, με αποτέλεσμα να χάσουν τον έλεγχο και να καταλήξουν στις 13 Απριλίου 1992 με το Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Καραμανλή στην αποδοχή του μαξιμαλιστικού αιτήματος απόρριψης κάθε ονομασίας τού νεοσύστατου κρατιδίου που θα περιείχε τον όρο «Μακεδονία».

foto_5.jpg

Στο σημείο αυτό, παρενθετικά, πρέπει να προσθέσω ότι από το 1960 η Μόσχα πίεζε τη Σόφια να εξομαλύνει τις σχέσεις της με το Βελιγράδι. ΄Ετσι, η Σόφια – η οποία, όπως και η Αθήνα, αρνείτο την ύπαρξη «μακεδονικού έθνους» –  αποδέχθηκε ότι τουλάχιστον υπήρχε «μακεδονικό πρόβλημα» και άρχισε να προλειαίνει το έδαφος της βουλγαρικής κοινής γνώμης, εξομάλυνε τις πιέσεις προς τους Σλαβομακεδόνες της Βουλγαρίας, επέτρεψε την πώληση βιβλίων και εφημερίδων στην ψευδώνυμη σλαβομακεδονική γλώσσα και την πύκνωση των τουριστικών ταξιδιών στα Σκόπια.
Παρόλα αυτά, πέρα από τον συνεχιζόμενο Σλαβομακεδονικό αλυτρωτισμό για τον πληθυσμό των ελληνικών μεθοριακών περιοχών, η Σκοπιανή προπαγάνδα πρόβαλε εδαφικές αξιώσεις και για το βουλγαρικό τμήμα, τη «Μακεδονία του Πιρίν».
Μετά την απόφαση των Ελλήνων Πολιτικών Αρχηγών του 1991, στη συνεχιζόμενη σχιζοφρενική εμμονή τών Σκοπιανών με τους ιδεοληπτικούς σφετερισμούς τους (όπως όνομα, σημαία και άλλα σύμβολα, αλυτρωτισμό και ιστορικό παρελθόν), η Ελλάδα αντέδρασε με την επιβολή οικονομικού αποκλεισμού από τον Φεβρουάριο του 1994 έως τον Οκτώβριο του 1995.
Η προσπάθεια εξομάλυνσης των σχέσεων των δύο κρατών ξεκίνησε με τη Μεταβατική / Ενδιάμεση Συμφωνία τής 13.9.1995, με την οποία ρυθμίστηκαν κάποια θέματα, όπως του ονόματος του κρατιδίου  στον ΟΗΕ σε Forner Yugoslav Republic of Macedonia / FYROM – Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας / ΠΓΔΜ, ώστε με τη μεσολαβητική προσπάθεια του ΟΗΕ να ανευρεθεί τελική λύση, η οποία ακόμα εκκρεμεί.
Μεγάλο πρόβλημα των Σλαβομακεδόνων είναι να αποφύγουν, εκτός από τη Σερβοποίηση και τη Βουλγαροποίησή τους, και την Αλβανοποίησή τους.
Τώρα πλέον, οι Αλβανοί τής FYROM /ΠΓΔΜ φθάνουν – ανεπίσημα – το 35% με 40% του συνολικού πληθυσμού της, λαμβάνοντας υπόψιν ότι οι Αλβανίδες γυναίκες στα Σκόπια σπάνια διαθέτουν ταυτότητα, γιατί τα ισλαμικά ήθη δεν θεωρούν τη γυναίκα αυτόνομη ύπαρξη.
Οι διεκδικήσεις τών Αλβανών και οι αντιδράσεις τών Σλαβομακεδόνων οδήγησαν στη δημιουργία (το 1993) μυστικής αλβανικής στρατιωτικής οργάνωσης, στη λειτουργία  (το 1995) αλβανικού Πανεπιστημίου στο Τέτοβο, στη δημιουργία (το 2000) του «Αλβανικού Απελευθερωτικού Στρατού», οι άτακτες δυνάμεις του οποίου άρχισαν (το 2001) τις πρώτες αιματηρές συγκρούσεις με τις στρατιωτικές δυνάμεις της FYROM, με σκοπό την κατάληψη και τον έλεγχο των βορειοδυτικών (προς την Αλβανία) περιοχών (περίπου το 1/3)! του κρατιδίου.
Τον Αύγουστο του 2001 ξεκίνησαν συμφωνίες – ύστερα από διεθνείς πιέσεις (ΗΠΑ) – και ολοκληρώθηκαν το 2004, αφού αφοπλίστηκαν οι Αλβανοί αντάρτες και πραγματοποιήθηκαν συνταγματικές και νομοθετικές αλλαγές, που  ικανοποίησαν τους Αλβανούς. ΄Ηδη η κυβέρνηση της FYROM στηρίζεται σε δύο κόμματα, ένα από τα οποία είναι Αλβανικό, και έχει Αλβανό Αντιπρόεδρο.  Πριν λίγους μήνες η Βουλή τής FYROM ψήφισε ως δεύτερη επίσημη γλώσσα του κρατιδίου την Αλβανική.
Όμως, οι Σλαβομακεδόνες χαρακτηρίζουν όλες τις παραπάνω συμφωνίες ως «παραχωρήσεις» και δεν έπαψαν να εκφράζουν τις αμφιβολίες τους για το αν οι αλλαγές αυτές θα βοηθήσουν την ενσωμάτωση των Αλβανών στο κρατίδιο ή θα οδηγήσουν σε ομοσπονδοποίηση ή ακόμα και διάλυσή του.
Οι κάτοικοι της FYROM  είναι ένας πολύμορφος ταλαιπωρημένος λαός, ο φτωχότερος όχι μόνο όλων των πρώην Γιουγκοσλαβικών Ομοσπονδιών, αλλά και όλων των Βαλκανίων. Ταλαιπωρημένος όχι μόνο από εξωτερικούς παράγοντες – να μη ξεχνάμε τις δύο (1915 – 1918 και 1941 – 1944) σκληρές βουλγαρικές κατοχές, που εκτός των άλλων δεινών τους ανάγκαζαν να αποκαλούνται Bulgari  - όσο και από τους ασυνάρτητους τυχοδιωκτισμούς των πρόσφατων μη έμπειρων και ανενδοίαστων πολιτικών τους, όπως επίσης μιας ιδιοτελούς οικονομικοπνευματικής ελίτ.
Οι Σκοπιανοί είναι ένα κοκτέιλ πολιτών, οι ηγέτες τών οποίων – στερούμενοι εθνισμού – τα τελευταία εκατό χρόνια τούς έχουν υποχρεώσει να εμπλακούν σε μία απέλπιδα προσπάθεια νόθας νεοεθνογένεσης, με κορύφωση τις παραληρηματικές κατασκευές του Γκρούεσφκι και την ιδεοληψία τής αποκλειστικότητας της ιστορικής και γνήσιας Μακεδονίας, που είναι μόνο η αυθεντική ελληνική τού Φιλίππου και του Αλέξανδρου.
Το καλύτερο σχόλιο που αρμόζει στους Σλαβομακεδόνες – Σκοπιανούς (οι αυθεντικοί Σκοπιανοί δεν είναι Σλαβομακεδόνες και οι Σλαβομακεδόνες δεν είναι Μακεδόνες) είναι εκείνο του Καθηγητή τού Διεθνούς Δικαίου στο Σκοπιανό Πανεπιστήμιο Κυρίλλου και Μεθοδίου και Νομικού Συμβούλου τής Κυβέρνησης της FYROM κ. Deskoski, ο οποίος ως νομικός εκπροσώπησε τη FYROM επιτυχώς στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, όπου απορρίφθηκε η αίτηση της Ελλάδας για αλλαγή του ονόματος του αεροδρομίου τών Σκοπίων «Μέγας Αλέξανδρος».
Ο καθηγητής Deskoski, λοιπόν, απαντώντας σε ερώτηση του δημοσιογράφου Παύλου  Τσίμα  κατά την αποστολή  του στα Σκόπια, η οποία μεταδόθηκε και στις 7.2.2018  από το τηλεκανάλι ΣΚΑΪ στην εκπομπή «ΙΣΤΟΡΙΕΣ» - είπε εκτός των άλλων: «Από το 2006 και μετά, ξεκινήσαμε μία ολοκληρωμένη προσπάθεια να αλλάξουμε την ταυτότητά μας και να εισάγουμε στο DNA, στη συλλογική μνήμη ενός σλαβικού έθνους νέα ταυτότητα... Πώς μπορεί ένα σλαβικό έθνος να γίνει αρχαίο ελληνικό;... Προσπαθήσαμε να εισάγουμε νέα ταυτότητα, να αλλάξουμε τη συλλογική μνήμη ενός Σλαβικού έθνους σε Μακεδονικό, δηλαδή Ελληνικό... Ήταν μία τρελή απόπειρα να μετατραπεί ένα Σλαβικό έθνος σε Ελληνικό, η οποία προκάλεσε μεγάλη σύγχυση στο εσωτερικό... Το μόνο που καταφέραμε ήταν να ενοχλήσουμε τους γείτονές μας»!
Δεν είναι συγκλονιστικά αυτά; Και δεν δείχνουν ότι οι Σκοπιανοί είναι έτοιμοι να δεχθούν ονομασία χωρίς το «Μακεδονία» ή τουλάχιστον με το «ΝοτιοΣλαβο»; Μήπως γι’αυτό ο ΥΠ.ΕΞ. κύριος Νίκος Κοτζιάς, είπε το σιβυλλικό:  «Η επικείμενη λύση του Σκοπιανού θα ικανοποιεί ακόμα και τον κ. Πάνο Καμένο»!
Τότε, γιατί κορυφαίοι τής Κυβέρνησής μας είπαν πριν από το Συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης (21.1.2018) ότι «το Σκοπιανό δεν είναι εθνικό θέμα» και ότι «όσοι πάνε σ’αυτό είναι πατριδοκάπηλοι»;! Και μετά το Συλλαλητήριο της Αθήνας (4.2.2018) ότι «τα συνθήματα σ’αυτό ήταν σωβινιστικές δοξασίες»;!
Τότε γιατί από τους πολιτικούς μας ακούμε τις ύποπτες αρλούμπες των εθνομηδενιστών, όπως, «ότι δεν έχει σημασία το όνομα»... Όμως, το όνομα είναι σύμβολο ιερό, όπως και η σημαία, όπως και ο σταυρός. Είναι η βιτρίνα που προβάλλει το περιεχόμενο πίσω της...
Γιατί ακούμε να παπαγαλίζουν τα αίολα επιχειρήματα της Σκοπιανής προπαγάνδας, όπως ότι «στο όνομα του κρατιδίου πρέπει να περιέχεται το Μακεδονία γιατί έχουν περάσει και έχουν ανατραφεί τόσες γενιές Σκοπιανών, που πια δεν μπορούν να αλλάξουν». Όμως, από το 1946, που άλλαξε επίσημα το Vardarska, έχουν περάσει μόνο εξήντα δύο (62) χρόνια, δηλαδή ούτε δύο γενιές (και για όσους το αγνοούν, κάθε γενιά μετράει 33 χρόνια), δηλαδή από όσους γεννήθηκαν από το 1946 και μετά οι πλείστοι ζουν και μπορούν και παραμπορούν και είναι έτοιμοι να αλλάξουν, όσο mind control κι αν τους έχουν κάνει... και, στο τέλος τέλος, αυτοί έκαναν λάθος επιλογή... Ή παπαγαλίζουν τα απατηλά επιχειρήματα του αηδιαστικά μεροληπτικού Ματθαίου Νίμιτς, όπως ότι πρέπει να μπει «προσδιορισμός» (Άνω, Βόρεια, Νέα και τέτοια ηχηρά παρόμοια) που τώρα δεν υπάρχει. Όμως, υπάρχει και παραϋπάρχει προσδιορισμός και είναι το «Yugoslav», οπότε το «Yugoslavomakedonija» erga omnes είναι ό,τι καλύτερο για όνομα στο Σκοπιανό κοκτέιλ... και πολύ πάει στους, με διχασμένη προσωπικότητα και αυτοευνουχισμένους από την αυθεντική σλαβική εθνότητά τους, Σκοπιανούς, που δεν είναι Μακεδόνες, αφού – όπως διατυπώνει και η Ακαδημία Αθηνών, επιτέλους, στην ανακοίνωση της 16.2.2018 (μετά τα Συλλαλητήρια Θεσσαλονίκης και Αθήνας) – «... ο τόπος εγκατάστασης ενός λαού – και μόνο – δεν είναι προσδιοριστικός της ταυτότητάς του».
Τέλος, κάθε χώρος – εκτός τής γνήσιας, αυθεντικής και ιστορικής ελληνικής Μακεδονίας τού Φίλιππου και του Αλέξανδρου  με τον ελληνικό πολιτισμό και εθνισμό της – κάθε γεωγραφικός χώρος, λοιπόν, που ονομάστηκε Μακεδονία για διοικητικούς και μόνο λόγους, όπως η Μοισία, η Αχαΐα, η Θράκη με την Αδριανούπολη, η βόρεια της νοητής γραμμής Μεγάλη Πρέσπα – Μοναστήρι – Στρώμνιτσα περιοχή όπου εντάσσεται και η Σλαβομακεδονία των Σκοπίων, δεν είναι η ιστορική, πολιτισμική Μακεδονία, αλλά νόθα – μη γνήσια.
Στα σλαβικά και βουλγαρικά «ΝΟΘΟΣ» = ΝOTOC στην Κυριλλική γραφή, (και με προφορά «ΝΟΤΟΣ»),  οπότε ΝOTA MAKEDONIJA είναι η ιστορικά και γεωπολιτικά σωστή ονομασία της Σλαβομακεδονίας. 
Γι’ αυτό και το σλόγκαν «Η Μακεδονία είναι μία και είναι ελληνική» είναι ακριβές και σωστό, όπως και το «Οι Σκοπιανοί είναι κοκτέιλ λαών και θρησκειών». 
Μέσα,  λοιπόν, σ’ αυτό το κλίμα της αμφίβολης ενημερωτικής επιχειρηματολογίας και παραλογισμού, όντας εκ φύσεως αισιόδοξος, σκέπτομαι ότι αν χαρίσουμε στο Σκοπιανό Κοκτέιλ το όνομα «Μακεδονία “κάτι”», τουλάχιστον, με το που θα τρίξουν τα κόκκαλα του Αλέξανδρού μας, θα μάθουμε πού είναι ο τάφος του!
Κλείνοντας, θα επισημάνω ότι, όταν ο μεγάλος Ντε Γκωλ επισκέφτηκε τον Καναδά, ως Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, και στην ομιλία του, κατά την υποδοχή του, χαιρέτησε το «Γαλλικό Κεμπέκ» χάλασε ο κόσμος από τις αντιδράσεις για το τι υπονοούσε με την προκλητική προσφώνησή του ... οπότε, έκτοτε, δεν ξαναμίλησε γι’ αυτό!

 

Τελευταία ενημέρωση: 
Πέμ. 22 Μαρ. 2018 - 13:11