Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος και οι γεωπολιτικές προεκτάσεις​ του Ουκρανικού ζητήματος

Ο κατά πάντα σεβαστός θεσμός του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η ευσεβής πηγή του Έθνους των Ελλήνων, στην μακραίωνα ζωή του φεγγοβόλησε από το στέφανο δόξας Άγιων Προκαθημένων του, διακονήθηκε από Ορθοδόξους Αρχιερείς, που δικαίως ονομάστηκαν στύλοι Ορθοδοξίας μα, δυστυχώς, υπηρετήθηκε δια την των καιρών μεταβολή και των ισχυρών τη θέληση από εικάδα παλίμβουλων και λατινοφρόνων κληρικών που, τόσο παραπίκραναν την Εκκλησία του Χριστού ώστε, μετά την αποχώρησή τους από το Θρόνο, να καθαριστούν «πρόστωα κατά εξώστωα, αναστήματά τε και κίονες, αλλά και τίμιαι εικόνες του μεγίστου νεώ δια της του ύδατος επιρραντίσεως ηγιάζοντο…».

Το σύνολο σχεδόν των αντιορθοδόξων αυτών πατριαρχών, αντί να αγραυλούν και να φυλάσσουν φυλακάς «εν τη νυκτί του πλάνου τούτου βίου» επιχείρησαν, ως αυτοκρατορικά φερέφωνα, την  ανενδοίαστη εφαρμογή των όρων της ψευδοσυνόδου της Φλωρεντίας, βάφοντας με αίμα Ιερομόναχων, Μοναχών και ορθοδόξων πιστών τα γένια τους.

Οι μετά την άλωση της Βασιλεύουσας των πόλεων επιλήσμονες της πατρώας πίστης,  υπέγραφαν ομολογίες υποταγής, τόσο στους προτεστάντες όσο και στους περί τον Τίβερη παροικούντας ενώ, οι των νέων χρόνων  πιστεύοντες «εσκιασμένως άγαν και δολίως» πως, οι άγιοι «προπάτορες ημών υπήρξαν ατυχή θύματα του αρχεκάκου όφεως»! Γαυριούν ότι είναι ικανοί «να επανορθώσουν τα σφάλματα εκείνων»! Γι’ αυτό, όχι «στένοντες και τρέμοντες» ούτε και «εθελοακουσίως», μα ενσυνείδητα και στο όνομα μιας δολερής αγαπησιολογίας προωθούν, με την υποστήριξη των στελεχών της παναίρεσης του Οικουμενισμού, την πολυπόθητη ένωση με τους σχισματικούς, στη βάση των όσων καινοτομήθηκαν στη μιαρά σύνοδο Φεράρας-Φλωρεντίας, αγνοώντας αποφάσεις Ορθοδόξων Συνόδων και παρακαταθήκες Αγίων Πατέρων που, η Αγία εβδόμη Οικουμενική Σύνοδος συγκεφαλαιώνει νομοθετώντας: «απάσας τας εκκλησιαστικάς εγγράφως ή αγράφως τεθεσπισμένας ημίν παραδόσεις ακαινοτομήτως φυλάττειν».

Όπως το έργο των τότε λατινοφρόνων πατριαρχών, υποστήριζαν οι ισχυροί του καιρού και η περί αυτούς ομήγυρη, έτσι και σήμερα μια στρατευμένη ομάδα οικουμενιστών και νεοπατερικών αρχιερέων,  ιερέων, διακόνων και λαϊκών, αφιερώνει χρόνο ικανό προκειμένου να υποστηρίξει και να προωθήσει αποφάσεις που, παραλλάσσοντας τον Θουκυδίδη: «λόγω μεν ελήφθησαν εν συνόδvο, έργω δε υπό του πρώτου ανδρός αρχή».

Μάρτυρας των ανωτέρω τα δεκάδες άρθρα και, οι εν τέλει άσκοπες δαπάνες, για την πραγματοποίηση συνεδρίων και ημερίδων προκειμένου να κρατηθεί στην τρέχουσα επικαιρότητα η μνήμη της  Συνόδου της Κρήτης, που έχει οριστικά καταδικαστεί στην συνείδηση του χριστεπώνυμου πληρώματος της Μίας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας.

Η ίδια μέθοδος, από τους ίδιους εργάτες της μισής αλήθειας και, στην προσπάθειά τους να τονιστεί το «δίκαιο και καλό» μιας εκκλησιαστικά εξόφθαλμα παράνομης και πολιτικά λανθασμένης αποφάσεως, όπως είναι αυτή της χορηγήσεως  αυτοκεφαλίας στην Εκκλησία της Ουκρανίας.  Όμως, «το καλόν εστί καλόν, όταν καλώς γένηται».

Σε «αυθόρμητες» συνεντεύξεις τους, οι φίλα φρονούντες όσα και ο Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαίος, επικαλούνται και ερμηνεύουν, κατά το πώς τους συμφέρει, κανόνες Οικουμενικών Συνόδων που, οι επαΐοντες των εκκλησιαστικών έχουν πλήρως αποσαφηνίσει. Έτσι, ο πολύς  εις την θύραθεν παιδεία Χριστουπόλεως Μακάριος, ερμηνεύει κατά το δοκούν τους κανόνες 9 και 17 της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, υποστηρίζοντας πως, από το 451 δόθηκε στην Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως η «διεκκλησιαστική ευθύνη» της εκκλήτου προσφυγής.

Άξιο μνήμης είναι το γεγονός ότι, ο πρώτος διδάξας την ιδιοτελή ερμηνεία των ιερών κανόνων είναι ο επίσκοπος Ρώμης Ζώσιμος, που επικαλέστηκε το δικαίωμα του ύπατου δικαστή, μετά τη Σύνοδο της Σαρδικής (343 ή 347) χωρίς επιτυχία.

Όμως, ο Χριστουπόλεως Μακάριος, ενώ γνωρίζει ότι η μισή αλήθεια είναι ολόκληρο ψέμα, επιμένει ότι τα άρθρα 9 και 17 της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου δίνουν, τέλος πάντων, σε επίσκοπο ή κληρικό που θα  «κριθεί από τον Μητροπολίτη του ή από την τοπική Σύνοδο και θεωρήσει ότι έχει αδικηθεί, <το δικαίωμα να> μπορεί κανονικώς να καταφεύγει στο Θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος έχει την ευθύνη να επανεξετάζει το αίτημά του και να αποφασίζει τελεσιδίκως»! Δηλαδή, κατά τον άγιο Χριστουπόλεως, ο κ. Βαρθολομαίος, με το να «αποφασίζει τελεσιδίκως», έχει δικαιώματα που υπερβαίνουν τις αποφάσεις Οικουμενικής Συνόδου!

Οι ειδήμονες του εκκλησιαστικού δικαίου, υποστηρίζουν, ότι οι κανόνες 9 και 17 της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου δεν δημιουργούν νέο βαθμό δικαιοδοσίας στον Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, ούτε και του εκχωρούν την υπερτάτη δικαστική αρμοδιότητα, την οποία κατέχει μόνο Οικουμενική Σύνοδος.

Ο Θεόδωρος Βαλσαμών, αποφαίνεται ότι: «το του Πατριάρχου κριτήριον εκκλήτω ουχ υπόκειται, ουδε αναψηλαφάται υφ΄ ετέρου, ως αρχή και αυτών των εκκλησιαστικων κριτηρίων» ενώ, ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης σχολιάζοντας τους κανόνες 9 και 17 της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου γράφει: «Ότι μεν γαρ ο Κωνσταντινουπόλεως ουκ έχει εξουσίαν ενεργείν εις τας διοικήσεις και ενορίας των άλλων Πατριαρχών, ούτε εις αυτόν εδόθη από τον κανόνα τούτον  (κανόνας 9)  η έκκλητος εν τη καθόλου Εκκλησίας…».

Εάν δεν θέλουν να μπουν στον κόπο να διαβάσουν, τα όσα γράφει ο Άγιος Νικόδημος σχολιάζοντας τους κανόνες 9 και 17 της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου όσοι, θέλοντας να τιμήσουν ή να υπηρετήσουν τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως καταφεύγουν στην υπερβολή και την αλλοίωση των κειμένων, ας απαντήσουν στο ερώτημα, γιατί ο Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος, με επίσημο τού Πατριαρχείου γράμμα, παραδέχθηκε τον Αύγουστο του 1992 στον Αγιώτατο Πατριάρχη Μόσχας και πάσης Ρωσίας ότι η: «καθ’ ημάς Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία αναγνωρίζουσα εις το ακέραιον την επί του θέματος (καθαιρέσεως του κυρίου! Φιλαρέτου) αποκλειστικήν αρμοδιότητα της υφ Υμάς Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ρωσίας αποδέχεται τα Συνοδικώς αποφασισθέντα περί του εν λόγω μη επιθυμούσα το παράπαν ίνα παρέξη οιανδήτινα δυσχέρειαν εις την καθ’ Υμάς αδελφήν Εκκλησίαν»;

Απεμπόλησε το δικαίωμα τού ύπατου κριτή ή, γνώριζε πως οι αποφάσεις του προκαθημένου του Πατριαρχείου Ρωσίας που,  από τον 16ο αιώνα ως μέλος της Πενταρχίας συγκροτεί, κατά τον άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη, το «πεντακόρυφον σώμα της Εκκλησίας»  «εκκλήτω ουχ υπόκεινται» κατά τον Βαλσαμώνα;

Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, γράφει: «Διό και ο Ζωναράς ου πάντων, λέγει, των Μητροπολιτών, πάντως ο Κωνσταντινουπόλεως καθείται δικαστής, αλλά των υποκειμένων αυτώ (ερμηνεία του ιζ΄ της παρούσης δ΄. ) Και εν τη ερμηνεία του ε΄ της Σαρδικής ο αυτός λέγει «μόνον των υποκειμένων τω Κωνσταντινουπόλεως έχει ο Κωνσταντινουπόλεως τας εκκλήτους, ώσπερ και μόνον των υποκειμένων τω Ρώμης, έχει ο Ρώμης τας εκκλήτους».

Προφανέστατα, ο Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος γνωρίζει ότι οι Συνοδικές αποφάσεις των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών δεν υπόκεινται στις κανονικές του προνομίες και, ως εκ τούτου, οι  Συνοδικές αποφάσεις του Πατριαρχείου Ρωσίας δεν υπόκεινται στο έκκλητο των κανόνων 9 και 17 της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, γιαυτό και, ως μη ώφελε, πραγματοποίησε το πρώτο και καθοριστικό βήμα εμπλοκής του  αιωνόβιου θεσμού του Πατριαρχείου, στα γεωπολιτικά παιχνίδια των ισχυρών του αιώνος τούτου του απαταιώνος, διεκδικώντας προσχεδιασμένα την Ουκρανία ως κανονική επαρχία της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, διότι αλλιώς, όπως ο ίδιος αρχικά το 1992 και στη συνέχεια το 1997 παραδέχθηκε, με επίσημες επιστολές του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, δεν έχει το δικαίωμα να κρίνει, καθαιρεμένους και σχισματικούς κληρικούς με την ποινή του αναθέματος, από τη Σύνοδο του Πατριαρχείου Ρωσίας.

Είναι προφανές πως, η «αυτογνωμόνως» παραχώρηση αυτοκεφαλίας στην σχισματική εκκλησία της Ουκρανίας, δεν υποστηρίζεται σοβαρά με στημένες συνεντεύξεις και, τούτο διότι, η αυτοκεφαλία της Ουκρανικής Εκκλησίας είναι κάτι περισσότερο από εκκλησιαστικό πρόβλημα, καθώς είναι ενταγμένη στα γεωπολιτικά παιχνίδια των Αμερικανών  και, κατά τον Ουκρανό Πρόεδρο Ποροσένγκο: «ζήτημα εθνικής ασφάλειας για εμάς, στο βαθμό που το Κρεμλίνο αντιμετωπίζει τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία ως ένα από τα βασικά εργαλεία επιρροής στην Ουκρανία».

Στο ίδιο μήκος κύματος και, ο ειδικός εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για θέματα της Ουκρανίας Κερτ Φόλκερ, που υποστηρίζει ότι: «Ο διαχωρισμός της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας από το Πατριαρχείο Μόσχας θα τονίσει το γεγονός ότι, σε πολιτική διάσταση, ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχασε την Ουκρανία».

Για να γίνουν πράξη τα γεωπολιτικά σχέδια των Αμερικανών και οι πόθοι των Ουκρανών, έπρεπε να δημιουργηθεί μια νέα αυτοκέφαλη Εκκλησία. Με δεδομένο πως, ο Μητροπολίτης Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Ονούφριος, είναι κληρικός του Πατριαρχείου Μόσχας και δεν επιθυμεί την απόσχιση από το Ρωσικό Πατριαρχείο, έπρεπε να βρεθούν πρόθυμα όργανα πραγματοποιήσεως των γεωπολιτικών σχεδίων. Τα όργανα αυτά απαντούν στα ονόματα του Φιλάρετου Ντενισένκο, καθηρημένου και αναθεματισμένου για πρόκληση σχίσματος από τη Ρωσική Εκκλησία, καθαίρεση και αναθεματισμό που αποδέχθηκε ο κ. Βαρθολομαίος εγγράφως και, του Μακαρίου Μαλετίτς, που δεν έχει κανονική χειροτονία! Αλλά είναι «κληρικός» μιας «εκκλησίας» που φτιάχτηκε από το Σοβιετικό καθεστώς το 1921.

Τίποτα όμως, από τα σχέδια αυτά, δεν θα μπορούσε να γίνει πράξη, εάν δεν συγκατένευε ο Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος, με την κατ’ αρχάς διεκδίκηση της Ουκρανίας ως κανονικής επαρχίας τού Οικουμενικού Πατριαρχείου και, στη συνέχεια, ως Πατριάρχης, να ασκήσει «τας (αντι-) κανονικάς προνομίας όπως δέχηται εκκλήτους προσφυγάς αρχιερέων…» αποκαθιστώντας καθηρημένους και αναθεματισμένους κληρικούς από τη Σύνοδο του Ρωσικού Πατριαρχείου.

Το λάθος της Ρωσικής Εκκλησίας, πέρα από τη χιμαιρική επιδίωξη να καταστεί η Τρίτη Ρώμη φιλονικώντας με την Μητέρα Εκκλησία, είναι πως επιτρέπει τη χρησιμοποίηση της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Πατριαρχείου της Μόσχας από το Κρεμλίνο, ως μοχλό πίεσης στους κυβερνήτες της Ουκρανίας, που προέρχονται από την Ουκρανική ριζοσπαστική νεο-φασιστική ομάδα Δεξιός Τομέας, προκειμένου να προασπιστούν τα συμφέροντα και η ζωή εκατομμυρίων ρωσόφωνων Ουκρανών.

Το λάθος του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου δεν είναι μόνο πως, κατ’ αρχάς, προκάλεσε μια άνευ προηγουμένου διχοστασία στην Ορθόδοξη Εκκλησία την οποία και θεριεύει με δηλώσεις του τύπου: «Είτε αρέσει στους αδελφούς μας τους Ρώσους είτε δεν αρέσει, αργά η γρήγορα θα ακολουθήσουν την λύση που θα δώσει το Οικουμενικό Πατριαρχείο διότι δεν έχουν άλλη επιλογή»(!) δήλωση  που προδίδει το χάσιμο της αυτοκυριαρχίας του κ. Βαρθολομαίου και λόγια ψεύτικα τις πατριαρχικές μεγαλοστομίες  «υπέρ ευστάθειας των αγίων του Θεού Εκκλησιών εις την Ανατολή αλλά και την Δύση».

Η αυταρχική και συγκρουσιακή αυτή δήλωση, μαρτυρά την προβολή  των μύχιων πόθων του, για επιβολή στην Ορθόδοξη Εκκλησία του φεουδαλιστικού συστήματος διοικήσεως και αντικατάσταση της Συνοδικότητας από το απολυταρχικό-μοναρχικό-συγκεντρωτικό πολίτευμα. Βεβαίως, πλανάται πλάνην οικτράν ο κ. Βαρθολομαίος, εάν πράγματι πιστεύει ότι ο Πατριάρχης Μόσχας και πασών των Ρωσιών κ. Κύριλλος έχει αναλογίες, με τον μακρόθυμο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρό Χριστόδουλο.  

Το ολέθριο όμως λάθος του κ. Βαρθολομαίου, είναι πως εθελοακουσίως ενσωμάτωσε τον μακραίωνα θεσμό του Πατριαρχείου, στα σχέδια εξωτερικής πολιτικής των Η.Π.Α. απεμπολώντας έτσι την πνευματική οικουμενικότητα της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως κατά το πνεύμα της Ορθοδοξίας, καθιστώντας, άχρι καιρού, το Οικουμενικό Πατριαρχείο «ευεπιχείρητο εις πάσαν πολιτικήν καινοτομίαν».

Μάρτυρας του γεγονότος, ο αρχιδιάκονος του Οικουμενικού Θρόνου Ιωάννης Χρυσαυγής που, στην προσπάθεια του να υπερασπιστεί και αυτός την επιλογή του πνευματικού πατρός του, υποστηρίζει σε άρθρο του πως: «Είναι δελεαστικό, αν μη αφελές, να ερμηνεύουμε τη ρήξη μεταξύ Κωνσταντινούπολης και Μόσχας –αυτή τη φορά γύρω από το αυτοκέφαλο στην Ουκρανία– από τη σκοπιά ενός εσωτερικού ανταγωνισμού για εξουσία και δικαιοδοσία. Η πραγματικότητα είναι πιο πολύπλοκη από μια ενδο-ορθόδοξη διαμάχη. Υπάρχουν γεωπολιτικές προεκτάσεις πέρα από τις θρησκευτικές ίντριγκες, ενώ το θέμα υπερβαίνει οποιαδήποτε άσκηση δικαιώματος ή εκδήλωση κυριαρχίας»!

Τι έτι χρείαν έχομεν μαρτύρων δια την «αγαπητικήν μέριμναν [του Κυρίου Βαρθολομαίου] διά τον λαόν του Θεού εις την Ουκρανίαν»;

 

 

 

 

 

Τελευταία ενημέρωση: 
Τετ. 31 Οκτ. 2018 - 11:27