Η αποζημιωτική ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου

Στο άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικος (Π.Δ. 456/1984) – ΦΕΚ Α~ 164 ορίζεται ότι:

``Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των Οργάνων του Δημοσίου κατά την άσκηση της δημοσίας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το Δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή παράλειψη έγινε κατά παράβαση διατάξεως, που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος…’’.

Με την ανωτέρω διάταξη θεσπίζεται η ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση από τις παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των Οργάνων του κατά την άσκηση της δημοσίας εξουσίας, η οποία έχει ανατεθεί σ’ αυτά.

Κατά την έννοια του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ δια να στοιχειοθετηθή ευθύνη προς αποζημίωση, απαιτείται να συντρέχουν σωρευτικά οι εξής Προϋποθέσεις: α) Παράνομη πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια ή παράλειψη υλικής ενεργείας Οργάνων του Δημοσίου κατά την άσκηση της ανατεθείσης εις αυτά δημοσίας εξουσίας, β) επέλευση ζημίας, γ) αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παρανόμου πράξεως ή παραλείψεως ή υλικής ενεργείας ή παραλείψεως υλικής ενεργείας και της επελθούσης ζημίας, χωρίς να απαιτείται και η διαπίστωση πταίσματος του Οργάνου.

Για την θεμελίωση της ευθύνης απαιτείται, μεταξύ άλλων, η πράξη ή η παράλειψη των Οργάνων του Δημοσίου να είναι παράνομη και να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παρανόμου πράξεως ή παραλείψεως και της επελθούσης ζημίας, ο σύνδεσμος δε αυτός υφίσταται όταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, η φερόμενη ως ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια, κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων και εν όψει των ειδικών συνθηκών της συγκεκριμένης περιπτώσεως, ήταν εξ αντικειμένου ικανή και πρόσφορη να επιφέρει το ζημιογόνο αποτέλεσμα.

Κατά τα παγίως κριθέντα, από τις διατάξεις του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ, συνάγεται ότι το Δημόσιο ευθύνεται σε αποζημίωση για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των Οργάνων του, από τις οποίες επήλθε ζημία τρίτου, δια εκείνες, δηλαδή, τις πράξεις και παραλείψεις, με τις οποίες παρεβιάσθη ωρισμένη διάταξη νόμου που προστατεύει δικαίωμα ή συμφέρον αυτού που εζημιώθη, εφ’ όσον η παράνομη αυτή ενέργεια έγινε κατά την ενάσκηση της ανατεθειμένης στο Όργανο δημοσίας υπηρεσίας.

Κατά τα άρθρα 105 και 106 του ΕισΝΑΚ σε συνδυασμό προς το άρθρο 298 του Αστικού Κώδικος, η αποζημίωση, την οποία οφείλει το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ., περιλαμβάνει τη διαφορά μεταξύ τη παρούσης περιουσιακής καταστάσεως του ζημιωθέντος και εκείνης, στην οποία θα τελούσε, εάν δεν συνέβαινε το ζημιογόνο γεγονός. Οσάκις από το εν λόγω γεγονός, προκύπτει και ωφέλεια, που τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο προς αυτό, πραγματική ζημία, είναι ό,τι υλοποιείται μετά την αφαίρεση της ωφελείας.

Τέτοιος σύνδεσμος, όμως, δεν υπάρχει όταν ζημία και ωφέλεια στηρίζονται σε διαφορετική η κάθε μια αιτία.

Εξ άλλου, ευθύνη του Δημοσίου υφίσταται, συντρεχουσών και των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου, όχι μόνον όταν παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου με σχετική πράξη ή παράλειψη Οργάνου του Δημοσίου, αλλά και όταν παραλείπονται τα ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις που προβλέπει η κείμενη νομοθεσία, καθώς και εκείνα που, κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας και της καλής πίστεως, προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη Δημοσία Υπηρεσία. Ο κατά τα ανωτέρω, παράνομος χαρακτήρας της ζημιογόνου πράξεως, παραλείψεως ή υλικής ενεργείας, αρκεί διά να στοιχειοθετηθή η ευθύνη του Δημοσίου, χωρίς, να απαιτείται και η διαπίστωση πταίσματος του Οργάνου του.

Περαιτέρω,  αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει, όταν κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, η παράνομη πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια ή παράλειψη αυτής εκ΄μέρους του Οργάνου του Δημοσίου, είναι επαρκώς ικανή (πρόσφορη), κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει την ζημία.

Η συνδρομή συντρέχοντος πταίσματος, ερευνάται μόνο αν η ζημιογόνος πράξη του Δημοσίου, είναι παράνομη, οπότε αν διαπιστωθή η συνδρομή συντρέχοντος πταίσματος, η ευθύνη για την ζημία κατανέμεται μεταξύ ζημιώσαντος και ζημιωθέντος.

Κατά την έννοια, επίσης, της ιδίας διατάξεως, ευθύνη του Δημοσίου, τηρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου, υπάρχει όχι μόνον όταν με πράξη ή παράλειψη Οργάνου των Νομικών Προσώπων παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου, αλλά και όταν παραλείπονται τα ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις που προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη Υπηρεσία και προσδιορίζονται από την κειμένην εν γένει νομοθεσίαν, τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστεως και της χρηστής διοικήσεως.

Το Δημόσιο υποχρεούται να αποκαταστήσει τόσο την ζημία που υπέστη η υπάρχουσα πριν από την παράνομη πράξη, παράλειψη ή υλική εν γένει ενέργεια περιουσία  του ζημιωθέντος (θετική ζημία), όσο και τη ζημία που υπέστη, επειδή εστερήθη, λόγω της παρανόμου πράξεως ή παραλείψεως, παροχές, τις οποίες με πιθανότητα, κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων ή της ειδικές περιστάσεις, θα αποκόμιζε αν δεν είχε μεσολαβήσει η παράνομη συμπεριφορά των Οργάνων του Δημοσίου (αποθετική ζημία), τα Δικαστήρια δε της ουσίας δύνανται επί πλέον να επιδικάσουν εις βάρος του Δημοσίου, εύλογη χρηματική ικανοποίηση εις εκείνους που υπέστη προσβολή, μεταξύ άλλων, της υγείας, κατ’ ανάλογη εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του Αστικού Κώδικος, καθώς και σε περίπτωση θανατώσεως προσώπου, εύλογη χρηματική ικανοποίηση στην οικογένεια αυτού, λόγω ψυχικής οδύνης, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 932 εδαφ. Γ~ του Αστικού Κώδικος.

Εξ άλλου, ως διαφυγόν κέρδος, λογίζεται εκείνο που προσδοκά κανείς με πιθανότητα, σύμφωνα με τη συνήθη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις και ιδίως τα προπαρασκευαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί.

Τέλος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 90 του Ν. 2362/1995 ``Περί Δημοσίου Λογιστικού’’ (ΦΕΚ Α~ 247) , οποιαδήποτε απαίτηση κατά του Δημοσίου παραγράφεται μετά 5ετία, εφ’ όσον από άλλη γενική η ειδική διάταξη δεν ορίζεται βραχύτερος χρόνος παραγραφής αυτής.

Η κατά του Δημοσίου απαίτηση προς επιστροφή αχρεωστήτως ή παρά τον νόμον καταβληθέντος εις αυτού χρηματικού ποσού, παραγράφεται μετά 3 έτη από της καταβολής.

Τελευταία ενημέρωση: 
Παρ. 07 Δεκ. 2018 - 18:18