Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ Η ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟΣ

Ο δρόμος προς την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο που, με απόφαση της  σύναξης των Προκαθημένων της Ορθοδόξου Εκκλησίας, αποφασίστηκε, υπό την πίεση «έκτακτων και αντικειμενικών περιστάσεων» να γίνει στην Κρήτη, μόνο στρωμένος με ροδοπέταλα δεν είναι. 
Βεβαίως και, για να γίνει πράξη το μέγα αυτό γεγονός της εκκλησιαστικής ζωής στους κόλπους της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, πρέπει έως και την Πεντηκοστή, που η Ορθοδοξία πανηγυρίζει το Μήνα Ιούνιο, να συμφωνηθεί μεταξύ των Προκαθημένων, στο Ορθόδοξο Κέντρο του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Σαμπεζύ της Γενεύης, η οριστική μορφή των θεμάτων που θα συζητηθούν στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, πράγμα όχι και τόσο εύκολο εάν ζυγίσει κανείς τις προθέσεις του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαίου, με αυτές του Αγιοτάτου Πατριάρχου Μόσχας και Πασών των Ρωσσιών Κύριλλου. 
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης φρονεί ότι η σύγκληση της Συνόδου είναι έργο το οποίο του ανέθεσε η «Θεία Πρόνοια» θεωρώντας παράλληλα πως, για τον ίδιο είναι «χρέος και προνόμιο να δώσει σάρκα και οστά στο όραμα των μακαριστών προκατόχων του».
Γιαυτό και, κατά τον Αρχιεπίσκοπο Νέας Ρώμης κ. Βαρθολομαίο: «είναι ότι το μείζον και προέχον αυτή αύτη η πραγματοποίησις της Συνόδου».
Η προσεκτική όμως ανάγνωση των πρακτικών των κατά καιρούς συνάξεων των προκαθημένων της Ορθοδόξου Εκκλησίας φανερώνει πως, η ανάθεση πραγματοποιήσεως από τη «Θεία Πρόνοια» μιας Συνόδου, για την αξία της ως ορθοδόξου γεγονότος μείζονος σημασίας, ως δυνατότητας συζητήσεως εκκλησιολογικών και ποιμαντικών προβλημάτων, ως μιας ακόμη ευκαιρίας επιβεβαιώσεως της ενότητας στην Αλήθεια του ενός σώματος εν Χριστώ, απέχει πολύ από τη στηριγμένη στα παρασκηνιακά γεγονότα πραγματικότητα.
Οι «εμπεπιστευμένοι υπό της χάριτος και του ελέους του Θεού στην ηγεσίαν της Αγιωτάτης Εκκλησίας Αυτού» αρχιερείς, φαίνεται πως έχουν ιδιωτικό φωτισμό υπό του Παρακλήτου Πνεύματος καθώς, η αγαθή προαίρεση τού καθενός εξαρτάται από ανομολόγητες ατομικές προθέσεις, κοσμικές πιέσεις και εκκλησιαστικές σκοπιμότητες.
Και για την αλήθεια των ανωτέρω, μνημονεύεται ο κραταιός λόγος του Οικουμενικού Πατριάρχου στη Σύναξη των Ιεραρχών του Θρόνου (29 Αυγούστου 2015), ότι «τινές των αδελφών Ορθοδόξων Εκκλησιών, τελούσαι εν στενή συνεργασία μετά των Κυβερνήσεων του τόπου των και απολαμβάνουσαι άφθονον την οικονομικήν υποστήριξιν προσπαθούν δια παντός μέσου… να προωθήσουν πολιτικής φύσεως συμφέροντα και σχεδιασμούς, επιφέρουσαι δια του τρόπου τούτου ρήγματα εις την ενότητα της Ορθοδοξίας».
Φαίνεται λοιπόν πως, «ο Θεός της αγάπης και ειρήνης» βρίσκεται ανάμεσα στους ταγούς της Εκκλησίας υπό προϋποθέσεις!
Το γεγονός τούτο επιβεβαιώνεται και από την ανακοίνωση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος (3 Φεβρουαρίου 2016) όπου ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος «κατέθεσε σφραγισμένο φάκελο, τον οποίο χαρακτήρισε απόρρητο, προκειμένου να φυλαχθεί στο 
(συνέχεια στην 3η σελ.)

 

(συνέχεια από την 1η σελ.)
εμπιστευτικό Αρχείο της Αρχιγραμματείας της Ιεράς Συνόδου, χωρίς προς το παρόν να γίνει περαιτέρω χρήση του. Με το υλικό του φακέλου επιστηρίζεται, ότι οι λόγοι για τους οποίους ο Μακαριώτατος δεν παρέστη στη Σύνοδο των Προκαθημένων της Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν ήσαν προσωπικοί, όπως εγράφη στο επίσημο ανακοινωθέν, αλλά προέρχονταν από ενέργειες που υπονομεύουν την Εκκλησία της Ελλάδος και το κύρος της».
Κατ’ αρχάς, η ενέργεια αυτή του κ. Ιερωνύμου που, δυσκολότατα μπορεί κανείς να του προσάψει έλλειψη σοβαρότητας, παραπέμπει σε σελίδες αστυνομικού μυθιστορήματος, όπου, το κύριο πρόσωπο της ιστορίας και,  για την προστασία της υπάρξεώς του, καταθέτει επτασφράγιστες πληροφορίες που αφορούν τον διώκτη του, στα χέρια προσώπου ή αρχής υπεράνω πάσης υποψίας.
Τι φοβάται ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος της Ελλάδας; Ποιοι οι λόγοι που δεν είπε την αλήθεια στο χριστεπώνυμο πλήρωμα της Εκκλησίας που, με φόβο Κυρίου, ποιμαίνει; Γιατί προτιμά τη σιωπή όταν κάποιοι, με τις ενέργειες τους, υπονομεύουν την Εκκλησία της Ελλάδος και το κύρος της;
Είναι προφανές πως, πρέπει να αποκλειστεί η υπονόμευση της Εκκλησίας της Ελλάδος από πολιτικούς και, συνελόντι ειπείν, κοσμικούς παράγοντες, διότι, η πρόφαση των «προσωπικών λόγων» εφευρέθηκε για να μην παραστεί ο κ. Ιερώνυμος στις εργασίες της Σύναξης των Προκαθημένων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, στο Ορθόδοξο Κέντρο του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Σαμπεζύ της Γενεύης, στις 22 Ιανουαρίου 2016.
Άρα, ο σπορέας ακανθών και τριβόλων πρέπει να αναζητηθεί στον χορό των Μακαριωτάτων και πεφιλημένων εν Κυρίω Αδελφών, δηλονότι, των Προκαθημένων των κατά τόπους Αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Ποιος, όμως, από τους δεκατέσσερις Προκαθημένους έχει το θράσος αλλά και το «κύρος» της φιλάδελφης υπονόμευσης; 
Η στηριγμένη, στην εκκλησιαστική ειδησεογραφία λογική, θα επέβαλε την επιλογή εκείνης της απάντησης στο ερώτημα, που περιέχει τόσο την ιστορία του επιβολέως όσο και τα κατ’ αυτόν «νόμιμα δικαιώματά του» στην Εκκλησία της Ελλάδος. Όμως, εκκλησιαστικές ειδήσεις, που δείχνουν γλαφυρότατα την έως και σήμερα έμπρακτη εφαρμογή των φιλάδελφων αισθημάτων του Αρχιεπίσκοπου Νέας Ρώμης κ. Βαρθολομαίου, προς την Εκκλησία της Ελλάδος και σε «πεφιλημένους εν Κυρίω Αδελφούς» του, επαρκούν, για την αποκρυπτογράφηση του περιεχομένου ενός κλειστού φακέλου; Συνιστά, δηλαδή, υπονόμευση του κύρους της Εκκλησίας της Ελλάδος ο σκανδαλισμός εκείνων των χριστιανών που δεν πιστεύουν ότι, «η νύχτα βγάζει επίσκοπο και η αυγή μητροπολίτη», από τις ενέργειες του Οικουμενικού Πατριάρχου, αν όχι για απαίτηση χειραγώγησης του Αγίου Πνεύματος πάντως και, οπωσδήποτε, για επιλεκτικό φωτισμό του στους Συνοδικούς Ιεράρχες κατά την εκλογή του Μητροπολίτη Ιωαννίνων; Ομοίως, οι απροκάλυπτες παρεμβάσεις του Φαναρίου, σε θέματα λειτουργίας της Ελλαδικής Εκκλησίας, που είναι πολλές και σκανδαλώδεις, από μόνες τους, μπορούν να χαρακτηριστούν ως αιτία «εκκλησιαστικού πολέμου»; Τέλος, και, βραχυεπώς, η προσπάθεια αναβάθμισης του Πατριαρχικού γραφείου στην Ελλάδα, ο ορισμός Ιεραρχών της Εκκλησίας της Ελλάδος ως εκπροσώπων της Παναγιώτητάς του σε εκδηλώσεις χειροθεσίας στην Ελλάδα και, βέβαια,  η απαίτηση του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου για κλείσιμο του γραφείου της αντιπροσωπείας της Εκκλησίας της Ελλάδος στην έδρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γραφείου που ιδρύθηκε επί των ημερών του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, επαρκούν ως γεγονότα για την τόσο θεατρική κατάθεση «κλειστού» φακέλου στο εμπιστευτικό Αρχείο της Αρχιγραμματείας της Ιεράς Συνόδου από τον Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο;
Πόνος και θλίψη συνέχει την καρδιά κάθε φιλότιμου ανθρώπου, όταν αναλογιστεί το πόσο αλήθευσε η  «χριστιανική αδελφική αγάπη», τόσο του κ. Βαρθολομαίου όσο και των 42 επισκόπων της διευρυμένης Ιεράς Συνόδου στο Φανάρι, όταν επέβαλαν, για αιώνια καταισχύνη τους, την ποινή της ακοινωνησίας στον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο, θεωρούσαν άκυρες τις εκλογές των μητροπολιτών Θεσσαλονίκης, Ελευθερουπόλεως και Κοζάνης και  απειλούσαν πως, το Οικουμενικό Πατριαρχείο εάν συνεχιστεί η «κανονική ανωμαλία» θα άρει την Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη του 1928, την οποία, βεβαίως, ούτε μονομερώς ούτε και πραξικοπηματικώς δύναται να άρει ο Νέας Ρώμης. 
Τα γεγονότα όμως αυτά ανήκουν στο παρελθόν και, αφού τότε δεν ενοχλούσαν, γιατί να ενοχλούν σήμερα; Μήπως, τελικά, ενοχλεί η με  διάφορες προφάσεις πρόσκληση των Επισκόπων  της Βορείου Ελλάδος σε Συνάξεις του Οικουμενικού Θρόνου, που πράγματι προκαλούν την Εκκλησία της Ελλάδος και υπονομεύουν το κύρος της; 
Το περιεχόμενο, εν τέλει, ενός κλειστού φακέλου, ούτε με τη θεωρεία των βάσιμων υποθέσεων μπορεί να προσεγγισθεί. Κάθε προσπάθεια «ανάγνωσής» του γιγαντώνει την αδικία. Γιαυτό και η επίμονη στάση στην  εκκλησιαστική ειδησεογραφία δεν είναι φιλάδελφη. 
Ποια λοιπόν «κανονική εξωτερική ανωμαλία» υποχρέωσε τον Αρχιεπίσκοπο της Ελλάδος να μην παραστεί στη Σύναξη των Προκαθημένων; 
Τι επιπτώσεις μπορεί να έχει αυτή η «πρόφαση των προσωπικών λόγων» εξαιτίας υπαρκτών υπονομεύσεων του κύρους της Ελλαδικής Εκκλησίας, στην πραγματοποίηση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου;
Συναριθμείτε η Εκκλησία της Ελλάδος ανάμεσα σε αυτές που, μετ’ επιτάσεως ζήτησαν την ματαίωση της Συνόδου κατά τη διάρκεια των εργασιών της, εάν μια Εκκλησία αποχωρήσει για οποιονδήποτε λόγο;
Συνδέεται το γεγονός της «υπονόμευσης του κύρους της Ελλαδικής Εκκλησίας», με τη γεμάτη θυμό παρέμβαση του Οικουμενικού Πατριάρχου στη Σύναξη των Προκαθημένων των  Ορθοδόξων Εκκλησιών τον Ιανουάριο του 2016 στο  Σαμπεζύ της Γενεύης, όπου, με έμφαση τόνισε ο κ. Βαρθολομαίος την επίμονη αίτηση ορισμένων αντιπροσώπων, μελών της Ειδικής Επιτροπής, που συνήλθε στην Αθήνα για την πραγματοποίηση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, να «περιληφθή εις τον Κανονισμόν πρόβλεψις, καθ’ ην, εάν μία Εκκλησία δι’ οιονδήποτε λόγον αποχωρήσῃ εκ των εργασιών της Συνόδου, τότε ο Πρόεδρος αυτής οφείλει να εξασφαλίση την παρουσίαν αυτής, διότι άλλως η Σύνοδος αδυνατεί να συνεχίση τας εργασίας αυτής (δηλαδή διαλύεται) λόγω μη υπάρξεως ομοφωνίας. Εκεί οδηγούμεθα όντως εάν θεωρήσωμεν την ομοφωνίαν ως εφαρμοζομένην όχι μόνον επὶ των παρόντων αλλά και επί των απόντων. Επιθυμούμεν να δηλώσωμεν ευθέως ότι η καθ’ ημάς Αγιωτάτη Εκκλησία και ημείς προσωπικώς αδυνατούμεν να εννοήσωμεν και αποδεχθώμεν την πραγματοποίησιν μιάς Συνόδου, η οποία θα τελή υπό την δαμόκλειον σπάθην της διαλύσεως αυτής, εάν μία ή περισσότεραι Εκκλησίαι απεφάσιζον να αποχωρήσουν εξ αυτής. Μία τοιαύτη Σύνοδος, τελούσα υπὸ την απειλήν της διαλύσεως, είναι προτιμότερον να μη γίνη ποτέ»!
Λοιπόν, με δεδομένο πως, ο Προκαθήμενος της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ελλάδος κ. Ιερώνυμος είναι Ιεράρχης, που νοιάζεται για την Εκκλησία, την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, έχει μεγάλη σημασία και σπουδαιότητα να γνωστοποιήσει το περιεχόμενο του κλειστού φακέλου, διότι, εάν εκκλησιαστικά κέντρα εξουσίας εκτός Ελλάδος υπονομεύουν την Ελλαδική Εκκλησία (μήπως και το εκκλησιαστικό ενιαίο της Πατρίδας;) πρέπει το χριστεπώνυμο πλήρωμα της Ελλαδικής Εκκλησίας να το γνωρίζει και να συστρατευτεί μαζί του, πριν  αλέκτωρ φωνήσει τρις και, κυρίως, πριν τις όποιες αποφάσεις της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου.

Τελευταία ενημέρωση: 
Τετ. 24 Φεβ. 2016 - 12:14