Με επιτυχία στέφθηκε η παρουσίαση του νέου βιβλίου του κ. Θ. Παπαθεοδώρου «Τα συναξάρια της Μικρής Πατρίδας»

Μια εξαιρετική εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στο αμφιθέατρο  «Γ. Καφτατζής»  της  Δημόσιας  Κεντρικής Βιβλιοθήκης Σερρών, με αφορμή την παρουσίαση του τελευταίου μυθιστορήματος  «Τα Συναξάρια της Μικρής Πατρίδος» του καταξιωμένου συγγραφέα ιστορικών μυθιστορημάτων κ. Θοδωρή Παπαθεοδώρου. Την εκδήλωση διοργάνωσαν  από κοινού το Λύκειο Ελληνίδων Σερρών, η Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Σερρών και το βιβλιοπωλείο Μαρνέρη.

Την εκδήλωση άνοιξαν τα μικρά κορίτσια  του παιδικού χορευτικού τμήματος του Λυκείου Ελληνίδων, τα οποία τραγούδησαν και χόρεψαν τη «Μακεδονία Ξακουστή»  εγείροντας ρίγη συγκίνησης στους παρευρισκόμενους. Προλογίζοντας την εκδήλωση η Πρόεδρος του Λυκείου Ελληνίδων Σερρών κ. Στέλλα Ελευθεριάδου τόνισε τη σημασία που δίνει το Λύκειο Ελληνίδων στη διατήρηση της ιστορικής μνήμης και τη διαφύλαξη της εθνικής ταυτότητας του λαού μας και αναφέρθηκε με άξονες τις σπουδαίες Ελληνίδες  Καλλιρόη Παρρέν,  ιδρύτρια του Λυκείου Ελληνίδων και τη  Σερραία Άννα Τρανταφυλλίδη στους αγώνες των γυναικών για την ελευθερία και την πρόοδο της πατρίδας μας. Καλωσορίζοντας τον συγγραφέα στη μαρτυρική πόλη των Σερρών ανέφερε πως πρωταγωνίστησε στα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα και έγινε τόπος θυσίας και μαρτυρίου ηρώων.

Το βιβλίο με το οποίο ολοκληρώνει ο συγγραφέας τη συναρπαστική τριλογία της ιστορίας του Μακεδονικού Αγώνα σύστησε στο κοινό η φιλόλογος κ. Σύλια Ζέττα, πρώην Πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλολόγων Σερρών και Γ. Γραμματέας  του εποπτικού Συμβουλίου της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων. Στην  ομιλία της ξεκλείδωσε τις ψυχές τόσο του συγγραφέα όσο και του πολυπληθούς κοινού που παρακολούθησε την εκδήλωση,  και αναφέρθηκε αρχικά στη διαλεκτική σχέση ιστορίας και λογοτεχνίας  η οποία αποτυπώνεται με τον πιο παραστατικό τρόπο στο ιστορικό μυθιστόρημα, το είδος της λογοτεχνικής γραφής  που υπηρετεί με εξαιρετική επιτυχία ο Θοδωρής Παπαθεοδώρου και στη συνέχεια στο περιεχόμενο, τους άξονες και το πνεύμα του βιβλίου. Επεσήμανε χαρακτηριστικά: 

«…Κυρίες και κύριοι, στην αίθουσα του αμφιθεάτρου της ΔΚΒΣ σήμερα μνήμες θα ανασύρουμε και θα επιδαψιλεύσουμε με αφορμή το νέο βιβλίο του Θοδωρή Παπαθεοδώρου με τον εμβληματικό τίτλο: «Τα Συναξάρια της μικρής Πατρίδας».

Συναξάρια, μια λέξη με ιδιαίτερο περιεχόμενο και ηχόχρωμα, με αρώματα από λιβάνι και αίμα που απαντάται στη θεολογική ορολογία για να δηλώσει τους βίους Αγίων που μαρτύρησαν για την πίστη τους. Αυτή τη λέξη πιστεύω πως δεν επέλεξε τυχαία ο συγγραφέας για να  μας προσκαλέσει στην ανάγνωση του βιβλίου του, με το οποίο σφραγίζει την Τριλογία του Μακεδονικού Αγώνα. Ο Θοδωρής  Παπαθεοδώρου αν με τα δύο προηγούμενα βιβλία του, μας «σύστησε» τον Μακεδονικό Αγώνα , με το τρίτο βιβλίο, μας συνταράζει με το μαρτύριο των ηρώων αγωνιστών που θυσιάστηκαν για την πίστη τους στο ιδανικό της μικρής πατρίδας μας, της δικής μας,  όσοι είμαστε γεννημένοι στα ιερά χώματα της Μακεδονικής Γης,  αλλά και της Πατρίδας του κάθε ψυχωμένου ελεύθερου ανθρώπου που αγωνίζεται με πάθος και αυταπάρνηση για τα ιδανικά του. Το μυθιστόρημα «Συναξάρια της μικρής Πατρίδας» είναι η συνέχεια των δυο προηγούμενων βιβλίων: «Γυναίκες τής μικρής Πατρίδας» και «Λιανοκέρια της μικρής Πατρίδας».

 Ο Θοδωρής Παπαθεοδώρου μένει πιστός στο ιστορικό μυθιστόρημα, το οποίο απογειώνει με την εξαιρετική επική γραφή του, και αμέσως θα εξηγήσω τι εννοώ με τον όρο επική. Έπος είναι το είδος του ποιητικού βέβαια λόγου που απαριθμεί, ηρωικά κατορθώματα με μυθολογικό περιεχόμενο με γλώσσα απλή κατανοητή, λαϊκή, με πλούσιες περιγραφές και εκτενείς αφηγήσεις, γνωστό από τα χρόνια του Ομήρου. Αυτά ακριβώς τα στοιχεία συναντάμε και στα «Συναξάρια της Μικρής Πατρίδας». Ένας καμβάς ιστορικών  γεγονότων, μας δίνεται επενδυμένος με την μυθοπλασία και την μυθιστορηματική γραφή του Παπαθεοδώρου και μας καθηλώνει, καθώς μας προσκαλεί σε ένα ταξίδι στην ιστορία, που πονά, στην ιστορία που δεν ξέρουμε, όπως θα έπρεπε, που δεν διδασκόμαστε δυστυχώς, Και ταυτόχρονα το λογοτεχνικό βιβλίο που κρατάμε σήμερα στα χέρια μας  είναι μια δέηση στην ιστορική  μνήμη  για να μην ξεθωριάζει και χαθεί.

Σε μια συνάντηση λοιπόν λογοτεχνίας και ιστορίας  βρισκόμαστε φίλοι και φίλες. Μια σχέση σύγκρισης, σύγκρουσης  αλλά και συμπόρευσης από πολύ παλιά… Η Λογοτεχνία πρωτίστως βέβαια είναι απόλαυση είναι απαντοχή, και η Ιστορία καταγραφή και μνήμη. O Αριστοτέλης, ο πρώτος   που σύγκρινε τις δυο έννοιες ιστορία και ποίηση (=λογοτεχνία) στο 9ο κεφάλαιο της ποιητικής του μας επισημαίνει πως «ο ιστορικός και ο ποιητής διαφέρουν κατά τούτο, ότι ο ένας εκθέτει τα γεγονότα όπως συνέβησαν και ο άλλος όπως θα μπορούσαν να συμβούν»   για να   καταλήξει πως «η ποίηση είναι κάτι το φιλοσοφικότερο και σοβαρότερο από την ιστορία· γιατί η ποίηση εκθέτει μάλλον το γενικό, ενώ η ιστορία το ειδικό».

Οι δυο αυτοί λόγοι της ιστορίας και της λογοτεχνίας βρίσκονται σε μια αέναη διαλεκτική σχέση αλληλεπίδρασης, όπως έχει πλέον τεκμηριωθεί και από τις νέες θεωρητικές αλλά και τις παιδαγωγικές προσεγγίσεις στις οποίες αυτές πρωταγωνιστούν. Κορυφαίο πλαίσιο διασύνδεσης τους δε,  είναι το ιστορικό μυθιστόρημα, το είδος που επέλεξε να συνθέσει με την τέχνη του λόγου του και ο Θόδωρος  Παπαθεοδώρου.

Καταξιωμένος ήδη από τα σπουδαία μυθιστορήματα του στα «Συναξάρια της Μικρής Πατρίδας» ακολουθεί με αριστοτεχνικό τρόπο τους άξονες του  λογοτεχνικού αυτού είδους. Είναι γνωστό πως στο ιστορικό μυθιστόρημα αρχικά έχουμε την ανάπλαση μιας συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου με έναν τρόπο φυσικό, ρεαλιστικό με συγκεκριμένη εστίαση σε ένα ενοποιημένο ιστορικό εθνικό παρελθόν, που για την τριλογία που σήμερα παρουσιάζουμε  είναι ο Μακεδονικός Αγώνας. Στη συνέχεια γίνεται  αναφορά στη δράση ιστορικών προσωπικοτήτων πλαισιωμένων όμως πάντα από μορφές μυθοπλασίας, ήρωες που γεννά η φαντασία και η έμπνευση του λογοτέχνη. 

Πυκνή, γοργή η αφήγηση, σε παρασύρει, σε μαγεύει, σε αναστατώνει όπως μόνο  η λογοτεχνία ξέρει να κάνει με κάθε υψηλό δημιούργημά της.  Ροδοβολάς μαζί με τους ήρωες στα ιερά χώματα της Μακεδονικής γης, αγωνιάς μαζί με τους μάρτυρές της, σε χαράδρες, βουνά, στάνες, κονάκια, και χωριά… Σου κόβεται η ανάσα, από το τρεχαλητό, από το αδυσώπητο κυνήγι και τον πόλεμο που μαίνεται και διαφεντεύει  τις ζωές των αθώων ανθρώπων, οι οποίοι πασχίζουν να νιώσουν, να ερωτευθούν, να αγαπήσουν και να αγαπηθούν, να επιβιώσουν δηλαδή επιλέγοντας τη ζωή από το ζοφερό κάλεσμα του μαύρου χάρου, που τους καταδυναστεύει στα αγιασμένα χώματα της Μακεδονίας πριν από 100 χρόνια μόλις.  Και τα στοιχεία αυτά μας  τα προσφέρει ο συγγραφέας με καθάρια, επιστημονική τεκμηρίωση όμως, μετά από πολύχρονη μελέτη, καταγραφή και συγκέντρωση ιστορικού και αρχειακού υλικού το οποίο πολύτιμα μας το καταθέτει στις σημειώσεις του στο τέλος του βιβλίου, έναν πολύτιμο οδηγό για την ιστορία της περιόδου της δράσης του έργου.

Τα γεγονότα μας δίνονται μέσα από μια γραμμική αφήγηση, στην οποία για λόγους μυθιστορηματικής νομοτέλειας έχουμε και  κάποιους αναχρονισμούς και χρονικές μεταθέσεις, όπως στον θάνατο του δικού μας  Καπετάν-Μητρούση, του Σερραίου οπλαρχηγού Δημ Κογκολάκη, που παρουσιάζεται σαν να έγινε ένα χρόνο νωρίτερα. Η χρονολογική περίοδος, που καλύπτει η δράση των προσώπων, ξεκινά τον Δεκέμβριο του 1904 και φτάνει μέχρι και τον Μάρτιο του 1907, στον πυρήνα δηλαδή  του Μακεδονικού Αγώνα.  Πάνω σε αυτόν τον άξονα του χρόνου περιδιαβαίνουμε μαζί με τους ήρωες τα μαρτυρικά μονοπάτια της Μακεδονίας μας. Μεταφερόμαστε από την Θεσσαλονίκη, στη Νέβετσκα, στον Βάλτο των Γιαννιτσών που μάθαμε από τα μυστικά της Πηνελόπης Δέλτα στα εφηβικά μας χρόνια και τον συναντάμε ξανά ως πεδίο δράσης των ηρώων  του βιβλίου και συνεχίζουμε  στη Σέρρες, στην Καστοριά, στη Νάουσα και  στη Φλώρινα. Ανηφορίζουμε στο Μοναστήρι, στο Ράκοβο, στο Βογατσικό, στον Γιδά, στο Ρουμλούκι και ξανά πίσω στο κέντρο της πολυεθνικής και πολύβουης Θεσσαλονίκης.  Οι τόποι γνωστοί, περπατημένοι από όλους εμάς, αποκτούν μια άλλη διάσταση μέσα από τις σελίδες του βιβλίου. Τα τοπωνύμια, παραστατικά, ηχηρά με φορτία μνήμης ιστορικής  αποτυπώνονται μπροστά μας με τα ονόματα της τουρκοκρατούμενης περιόδου και συνθέτουν το φυσικό σκηνικό του μυθιστορήματος που έχουμε στα χέρια μας. Ταξιδεύουμε μαζί με τις λέξεις του Θ. Παπαθεοδώρου στη γη των προγόνων μας και προσκυνούμε τα άγια χώματά της, για να αποτίσουμε φόρο τιμής για αυτούς που αγωνίστηκαν, μαρτύρησαν για να ζούμε εμείς ελεύθεροι, για να μιλούμε την γλώσσα μας και να λατρεύουμε τον θεό μας.

Και αυτό το μοναδικό οδοιπορικό στους μαρτυρικούς τόπους της Μακεδονίας το υφαίνει ο Παπαθεοδώρου γύρω από τα πρόσωπα των κεντρικών του ηρώων. Στο προσκήνιο δυο γυναίκες, δύο ηρωίδες γενναίες και ατρόμητες, ταμένες στον ιερό σκοπό της ελευθερίας της Μακεδονίας.  Δασκάλα η Αρετή, νοσοκόμα η Φωτεινή,  δυο γυναίκες παθιασμένες, πέρα από το ανθρώπινο μέτρο ασυμβίβαστες, ξεχωριστές, μοναδικές, ηρωίδες που συγκεντρώνουν πάνω τους χαρακτηριστικά προαιώνιων αρχετυπικών γυναικείων μορφών.

Γυναίκες σύμβολα του αγώνα, γυναίκες που στέκουν ισάξια δίπλα στους άνδρες που από αυτούς έχει γραφτεί η ιστορία και που ο Παπαθεοδώρου ανατρεπτικά σε αυτή την μοναδική του τριλογία τις δίνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Οι γυναίκες κρατούν την αναμμένη δάδα της ιστορικής μυθοπλασίας και φωτίζουν τη ζωή και τη δράση όλων των σημαντικών, επιφανών ηρώων και αγωνιστών του Μακεδονικού Αγώνα, αλλά και των απλών ανώνυμων ανθρώπων της τυραννισμένης αυτής γης, οι οποίοι μαρτύρησαν για την πίστη και την ελληνικότητά τους. Πώς μπορούμε να συνεχίσουμε να ζούμε αν ξεχάσουμε και δεν τιμούμε τον αγώνα τους. Αυτό νομίζω το βασανιστικό ερώτημα κινεί την αφηγηματική γραφή του Παπαθεοδώρου και μας καθηλώνει καθώς μέσα από τις σελίδες του μυθιστορήματος του περιδιαβαίνουμε τις ζωές των δύο οικογενειών (οικ. Λάσκαρη και οικ. Βαρσάμη) και γύρω από αυτές παρακολουθούμε δίπλα μας τους σπουδαίους ονομαστούς ήρωες να ξεπροβάλλουν.

Έτσι πλάι στην Αρετή και τη Φωτεινή, συνοδοιπόροι και οδηγοί μας στο μαρτυρικό αυτό οδοιπορικό στα άγια χώματα της Μακεδονικής γης είναι ο τραπεζίτης Λάσκαρης, ο εκδότης Καλαποθάκης, ο πρόξενος Κορομηλάς, ο γιατρός Ζάννας, ο Ιων Δραγούμης, ο Γερμανός Καραβαγγέλης, ο πρωτομάρτυρας Παύλος Μελάς.  Όλοι τους ένθερμοι υποστηρικτές και ήρωες του Μακεδονικού ΑγώναΣτεκόμαστε πλάι στους Μακεδομάχους  Καπετάν Γκόνο, τον Καπετάν Κώττα, τον Τέλλο Αγρα και τόσους άλλους. Παρακολουθούμε τον ανορθόδοξο Πόλεμο και υποκλινόμαστε στη θυσία και την αυταπάρνηση τους για την ελευθερία της μικρής μας πατρίδας.

Αγαπητοί φίλοι καθώς μαγεμένη περιδιάβαινα τις σελίδες του μυθιστορήματος αναρωτήθηκα αν η ιδιότητα του δασκάλου που έχει ο συγγραφέας είναι αυτή που τον καθοδήγησε και τον επηρέασε, ώστε  να στρέψει το βλέμμα του  και να δώσει τον μίτο της μυθοπλασίας του στα χέρια  των δασκάλων και των δασκαλισσών με κύριο σκηνικό τα ελληνικά σχολεία στα μαύρα χρόνια της υπόδουλης και τυραννισμένης Μακεδονικής γης.

«Πρόθυμους εκπαιδευτικούς αδυνατούμε να βρούμε όσα και να πληρώσουμε, ειδικά για τα απομονωμένα, μικρά χωριά μας. Αν δεν σταματήσουν οι πυρπολήσεις και οι δολοφονίες, όσους παράδες και να προσφέρουμε, κανείς δε θα έρθει. Μόνο τα τρία τελευταία χρόνια οι κομιτατζήδες δολοφόνησαν δεκαεφτά δασκάλους και δασκάλισσες στην περιφέρειά μας, χώρια τα βασανιστήρια και οι ξυλοδαρμοί. Αυτά πρέπει να σταματήσουμε πρώτα- πρώτα, τις δολοφονίες, τις βιαιοπραγίες που γεννούν φόβο, ειδάλλως ολίγα σχολεία θα παραμείνουν ανοιχτά.» αναφέρει χαρακτηριστικά μέσα στο βιβλίο του.

Αυτή τη θυσία των δασκαλισσών του Αγώνα στεφανώνει ο συγγραφέας και τους αποτίει τον προσήκοντα φόρο τιμής που τις αναλογεί. Αυτές οι δασκάλες  που κράτησαν  άσβεστη την ελληνική γλώσσα, πύρωσαν τη φωτιά της συνείδησης, και  στέριωσαν την πίστη και το φρόνημα των μικρών παιδιών και των ανθρώπων στα απομονωμένα Μακεδονικά χωριά και που όποτε χρειάστηκε πολέμησαν δίπλα στους αντάρτες και στους εθελοντές του ελληνικού στρατού. «Στα χωριά μας τις δασκάλες μόλις λίγο πιο κάτω από την Παναγιά τις είχαν όλοι», μας πληροφορεί ο συγγραφέας μέσα από τα λόγια του μικρού Μήλιου και μας καρφώνει στη ψυχή περηφάνια και ευθύνη!

 Αυτές μας προσκαλεί να μην λησμονήσουμε και αυτές μας προτρέπει να ακολουθήσουμε, να μιμηθούμε με κορυφαία όλων την αναφορά στην Αικατερίνη Χατζηγεωργίου «Έτσι αμίλητος απόμεινε και την κοιτούσε τούτη τη νέα κοπέλα, γέννημα θρέμμα της βασανισμένης ελληνικής γης, της μικρής αλύτρωτης πατρίδας, της Μακεδονίας. Μια αγνή, παθιασμένη Ελληνίδα, η Αικατερίνη Χατζηγεωργίου, μια δασκάλα που τη μέρα βαστούσε αναγνωστάρι στο χέρι της και το βράδυ πιστόλι κάτω από το μαξιλάρι της. Γνωστική σαν την Αθηνά και άφοβη σαν την Άρτεμη», η οποία βρήκε μαρτυρικό θάνατο στα ματωμένα χώματα της Μακεδονίας και ο τάφος της υπάρχει στη Γευγελή.

Τον καμβά της μυθιστορίας του ο συγγραφέας τον υφαίνει γύρω από κορυφαία ιστορικά γεγονότα που καθόρισαν την μοίρα της περιοχής, όπως η επανάσταση του Ίλιντεν, η βουλγαρική Εξαρχεία, η μανία του εκβουλγαρισμού, ο θάνατος του Παύλου Μελά εστιάζοντας όμως πάντα σε συγκεκριμένους τόπους και στην πορεία της μικροιστορίας των ηρώων του. Έτσι εκτός από τις δυο γενναίες γυναίκες-πόλους της δράσης του μυθιστορήματος του σημαντική είναι και η αναφορά στα λιανοκέρια, τα ορφανά παιδιά της μικρής μας πατρίδας, που αντιπροσωπέυονται μέσα από την Αρετή,και τον αδερφό της τον Μήλιο αλλά και τη Βασίλκα, βουλγαροπούλα που σώθηκε από την αγάπη της Αρετής. Παιδιά που βίωσαν τις φρικαλεότητες του πολέμου, τους βιασμούς, τις σφαγές, υπέστησαν βασανιστήρια, και οδηγήθηκαν σε μαρτυρικό θάνατο όπως ο Μήλιος.

Παρακολουθούμε την τοπογραφία και την ανθρωπογεωγραφία της πολυσύνθετης Μακεδονικής γης με τα πολλά και διαφορετικά τμήματα και έθνη της να συνθέτουν ένα μωσαϊκό, φυλών, γλωσσών, ανθρώπων που ρημάζεται στη δίνη της ιστορίας από το θανατηφόρο χέρι του πολέμου.

Μας παίρνει μαζί του ο συγγραφέας στα άδυτα των κρυφών σελίδων της ιστορίας της μικρής μας πατρίδας για να μας μιλήσει για μια ιστορική περίοδο, σκοτεινή, μυστική με τόσες πληγές, εγκλήματα και μαρτύρια. Μας επιτρέπει και μας προσκαλεί να μπούμε στα ελληνικά προξενεία και έτσι να συνειδητοποιήσουμε πόσο λίγα χρόνια είμαστε ελεύθεροι, να δούμε τις πυρπολημένες εκκλησιές μας, τις λεηλατημένες που αν και τόσο τραυματισμένες κατάφεραν να γίνουν αυτοσχέδια, μυστικά νοσοκομεία για τους αγωνιστές του Μακεδονικού Αγώνα, ένα  αναμμένο κεράκι δέησης και σωτηρίας τους,  όπως ο Άγιος Μηνάς στη Θεσσαλονίκη και η Μονή Βλατάδων. Να προσκυνήσουμε τα σχολεία μας που υπήρξαν  τα φωτεινά κέντρα του Μακεδονικού Αγώνα και να ζήσουμε την αγωνία, τον φόβο και των μαρτύριο των προγόνων μας για να μην ξεχάσουμε, να μην λησμονήσουμε τον μαρτυρικό τους αγώνα. Περπατούμε δίπλα στους οπλαρχηγούς, μπαίνουμε στα σπίτια των οικογενειών που στήριξαν τον αγώνα. Ολοζώντανες οι περιγραφές, δραματική, γοργή η αφήγηση. Αληθινός τεχνίτης του λόγου ο συγγραφέας ακουμπά πάνω στην ψυχή του αναγνώστη,  που βιώνει μαζί του τον πόνο του μαρτυρίου των ηρώων, συμπάσχει μαζί τους, θρηνεί μαζί με τις ηρωίδες και τους ήρωες για τους απάνθρωπους θανάτους, τις σφαγές  με θύματα κυρίως τους αμάχους, τις γυναίκες και τα μικρά παιδιά που βίωσαν πιο μαρτυρικά τα δεινά που περιγράφει.

Είναι αλήθεια πως με την τριλογία αυτή ο Παπαθεοδώρου αφυπνίζει την ιστορική μας μνήμη μακριά όμως από εθνικιστικά πάθη. Συγγράφει τη δική του μυθοπλασία με έναν λόγο καθάριο, αληθινό, δραματικό με βαθιά επίγνωση της ευθύνης απέναντι στην ιστορία και τους ανθρώπους που τη βίωσαν και τη δημιούργησαν. Δεν μεροληπτεί και δεν χρωματίζει, Στόχος του είναι η διάσωση της μνήμης και η τιμή στους αγώνες και τους μάρτυρες της Μακεδονίας. Να μας δώσει την ευκαιρία να μάθουμε όσοι δεν γνωρίζουμε τις λησμονημένες σελίδες μιας μαρτυρικής για το Έθνος ιστορικής περιόδου, της περιόδου του Μακεδονικού Αγώνα.

Η λυρικότητα και η αμεσότητα του λόγου φορτίζει συναισθηματικά τον αναγνώστη αναντίρρητα. Δεν στοχεύει όμως στο θυμικό για μια επιφανειακή, στιγμιαία συγκίνηση ο συγγραφέας, αλλά για μια βαθύτερη επίγνωση όλων όσων έχουμε χρέος να μην λησμονήσουμε. «Τούτος ο αγώνας από τον νου και την καρδιά μου να μη σβηστεί. Τόσες θυσίες, τόσες αδικοχαμένες ψυχές, ούτε μια να μη λησμονηθεί..." θα είναι τα τελευταία λόγια που θα εμφυσήσει στο Λευτέρη στο τέλος της ιστορίας μας. Και το πράττει  πρώτος ο ίδιος με τον κατάλογο των μαρτύρων αγωνιστών που παραθέτει στο παράρτημα του βιβλίου, το δικό του αγιασμένο το Συναξάρι.

Ολοκληρώνοντας τη μικρή μου αναφορά στο σπουδαίο αυτό λογοτεχνικό έργο, θέλω να σε ευχαριστήσω Θοδωρή  Παπαθεοδώρου γιατί μου έδωσες τη μοναδική ευκαιρία  να ακολουθήσω τα μαρτυρικά βήματα που περπάτησαν  οι δασκάλες στη μαρτυρική γη της Μακεδονίας, τη μικρή μου τη μικρή μας πατρίδα και να γνωρίσω το σπουδαίο έργο τους. Ως φιλόλογος νιώθω βαρύτερο το χρέος και μεγάλη την ευθύνη  να υπηρετώ  την εκπαίδευση στη Μακεδονία ακολουθώντας την πορεία μαρτύρων και ηρώων. Σε ευχαριστώ, σε  ευχαριστούμε πολύ,  γιατί  η λήθη είναι σκλαβιά  και το βιβλίο σου  είναι ένας ύμνος ευλαβικός στους αγώνες για την ελευθερία της μικρής μας πατρίδας!»

Τέλος την εκδήλωση έκλεισε ο ίδιος ο συγγραφέας ο οποίος καθήλωσε το κοινό με την αμεσότητα και την παρρησία του λόγου του αναφερόμενος στα ιστορικά γεγονότα της μαρτυρικής περιόδου του Μακεδονικού πολέμου, τονίζοντας το χρέος μνήμης και τιμής που έχουμε απέναντι στους προγόνους μας και σε όλους όσοι θυσιάστηκαν για να διατηρήσουν την ελληνικότητα της Μακεδονίας μας.

 

 

Τελευταία ενημέρωση: 
Δευ. 22 Απρ. 2019 - 15:10