Σημαντικός ο εμβολιασμός για τη συγκρότηση άνοσου πληθυσμού κατά του ιού της γρίπης

Ανακοίνωση του Ιατρικού Συλλόγου Σερρών

Η μεγάλη αξία του έγκαιρου εμβολιασμού κατά της γρίπης στη συγκρότηση ενός άνοσου πληθυσμού ικανού να αναχαιτίσει τη διασπορά του ιού, υπογραμμίζεται σε ανακοίνωση του Ιατρικού Συλλόγου Σερρών, που υπογράφει ο παθολόγος Δρ. Χριστόδουλος Μοναστηριώτης.

Παράλληλα, δίνονται πληροφορίες για τα συμπτώματα του ιού αλλά και για τα προληπτικά που μπορούμε να λάβουμε. Η εκτίμηση του Δρ. Χρ. Μοναστηριώτη είναι η έξαρση των κρουσμάτων του ιού της γρίπης μπορεί να διαρκέσει έως και τα τέλη Μαρτίου.

Το πλήρες κείμενο της ανακοίνωσης έχει ως εξής:

«Τις τελευταίες εβδομάδες η χώρα μας διατρέχει την ετήσια περίοδο μέγιστης δραστηριότητας της εποχικής γρίπης. Σύμφωνα με τα δεδομένα των προηγουμένων ετών, η περίοδος αυτή αναμένεται να διαρκέσει τουλάχιστον έως και τα τέλη Μαρτίου. Στο διάστημα αυτό, παρατηρείται πολύ μεγάλη διασπορά του ιού στην κοινότητα, τα κρούσματα αυξάνονται ραγδαία και παράλληλα αυξάνεται η σχετική νοσηρότητα και θνητότητα.

         Σύμφωνα με τα επιδημιολογικά δεδομένα του ΚΕΕΛΠΝΟ, βασισμένα σε επιβεβαιωμένα κρούσματα, για άλλη μια χρονιά το γνωστό στέλεχος Α Η1Ν1 είναι αυτό που επικρατεί συντριπτικά, ενώ σε πολύ μικρότερη συχνότητα βρίσκονται τα στελέχη Α Η3Ν2 και Β.

         Η λοίμωξη εκδηλώνεται συνήθως με ξαφνική εμφάνιση υψηλού πυρετού, συνοδευόμενου από κεφαλαλγία, μυαλγίες και συμπτώματα από το ανώτερο αναπνευστικό (καταρροή, πονόλαιμο, ξηρό βήχα). Σε παιδιά ενδέχεται να εμφανιστούν ακόμη και εκδηλώσεις από το πεπτικό (ναυτία, έμετοι, διάρροια). Η διάρκεια των συμπτωμάτων μπορεί να φτάσει τις 7 ημέρες ενώ ο βήχας ενδέχεται να επιμείνει για αρκετό διάστημα. Ο ιός μεταδίδεται από τους πάσχοντες μέχρι και 7 ημέρες από την εκδήλωση των συμπτωμάτων. Η μετάδοση γίνεται με μικροσταγονίδια που εκσφενδονίζονται κατά την ομιλία ή το βήχα. Λιγότερο συχνά η μετάδοση γίνεται μέσω των χεριών, όταν κανείς αγγίξει μολυσμένες επιφάνειες και στη συνέχεια πιάσει τη μύτη, τα μάτια ή το στόμα του.

Η νόσος συνήθως αντιμετωπίζεται από τον οργανισμό, αλλά σε άτομα υψηλού κινδύνου μπορούν να χρησιμοποιηθούν αντιϊικά, η χρήση των οποίων είναι αποτελεσματικότερη όταν ξεκινήσει εντός 48ώρου από την έναρξη των συμπτωμάτων. Οι σοβαρές επιπλοκές που μπορεί να ενσκήψουν ιδίως σε ευπαθή άτομα είναι η πνευμονία (από τον ίδιο τον ιό ή από βακτηρίδια), η παρόξυνση της χρόνιας βρογχίτιδας, η επιβάρυνση της προϋπάρχουσας καρδιακής ανεπάρκειας, η απορρύθμιση του σακχαρώδη διαβήτη, η αφυδάτωση και οι κρίσεις άσθματος.

         Το πλέον αποτελεσματικό μέτρο πρόληψης της γρίπης είναι ο έγκαιρος εμβολιασμός, ο οποίος συνιστάται να διενεργείται στο διάστημα Οκτωβρίου - Νοεμβρίου, ώστε να επιτευχθεί ικανοποιητική ανοσία κατά την περίοδο της υψηλής δραστηριότητας, δεδομένου ότι απαιτούνται περί τις 2 εβδομάδες για την ανάπτυξή της. Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου κυμαίνεται από 70% έως 90%, σε κάθε περίπτωση όμως μειώνει τη βαρύτητα της λοίμωξης και την πιθανότητα επιπλοκών. Δεύτερη δόση κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου δεν συνιστάται σε ενηλίκους. Ωστόσο, ακόμα και τώρα  μπορούν να εμβολιαστούν άτομα που δεν έχουν ήδη νοσήσει.

         Η αξία του εμβολιασμού έγκειται όχι μόνο στην προστασία του καθενός και ιδιαίτερα των ατόμων που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες, αλλά και στη συγκρότηση ενός άνοσου πληθυσμού ικανού να αναχαιτίσει την διασπορά του ιού. Επομένως εκτός από εκείνους με υψηλό κίνδυνο επιπλοκών (καρδιοπαθείς, πνευμονοπαθείς, νεφροπαθείς, ανοσοκατεσταλμένοι, διαβητικοί, έγκυες, λεχωίδες, θηλάζουσες), συνιστάται ο εμβολιασμός των εργαζομένων σε υγειονομικές υπηρεσίες, ατόμων που συγχρωτίζονται σε σχολεία, στρατώνες και άλλα ιδρύματα, καθώς και όσων έχουν υπό την φροντίδα τους ευάλωτους ασθενείς. Δυστυχώς το ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης στη χώρα μας βρίσκεται για άλλη μια χρονιά σε χαμηλά επίπεδα, με αποτέλεσμα πολυάριθμες βαριές περιπτώσεις, επιπλοκές και θανάτους.

         Υπάρχει σύγχυση στην κοινή γνώμη ανάμεσα στη γρίπη και το κοινό κρυολόγημα. Το κοινό κρυολόγημα είναι μια διαφορετική ιογενής λοίμωξη του αναπνευστικού συστήματος, που προκαλείται από μια ποικιλία ιών, άλλων από εκείνους της γρίπης. Η συμπτωματολογία του είναι ηπιότερη και ο κίνδυνος επιπλοκών εξαιρετικά μικρότερος. Σε αμφίβολες περιπτώσεις πάντως, και επειδή η ειδική διάγνωση της γρίπης απαιτεί εξετάσεις που δεν είναι πάντα εύκολα διαθέσιμες, καλό είναι ο ασθενής να αντιμετωπίζεται ως πάσχων από γρίπη, πάντα κατά την κρίση του θεράποντος ιατρού. 

Δρ Χριστόδουλος Μοναστηριώτης

Παθολόγος»

 

Τελευταία ενημέρωση: 
Τετ. 17 Φεβ. 2016 - 15:50