Φρανσουά Μιτεράν: Οι κρυφές και μυστικες σκιές

Στην πρώτη περίοδο της προεδρίας Μιτεράν, με πρωθυπουργό τον Πιέρ Μωρουά, συμμετείχαν τέσσερις υπουργοί από το κομμουνιστικό κόμμα της Γαλλίας. Ο γενικός του γραμματέας Ζωρζ Μαρσέ, γεμάτος ελπίδα για μια νέα κυβέρνηση «λαϊκού μετώπου», όπως το 1936, ονειρευόταν την επικράτηση της «αναπτυγμένης σοσιαλιστικής δημοκρατίας», χωρίς να γνωρίζει πως έπεσε σε μια παγίδα που θα διέλυε, στην κυριολεξία, το κόμμα του. Την ίδια ώρα ο Μιτεράν υποσχόταν μυστικά στον Τζορτζ Μπους (πατέρα), τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης του αμερικανού προέδρου Ρόναλντ Ρίγκαν, πως  η συμμετοχή των κομμουνιστών στην κυβέρνησή του θα οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια το κομμουνιστικό κόμμα σε μια «grande érosion» (μεγάλη διάβρωση, μεγάλη υπονόμευση).
Τα πρώτα νομοθετικά μέτρα της κυβέρνησης Μωρουά ήταν φανερό πως βασίζονταν στις διακηρύξεις του κοινού προγράμματος με τους κομμουνιστές. Οι εργαζόμενοι και οι φτωχότερες κοινωνικές τάξεις επικροτούσαν με αγαλλίαση της εντυπωσιακές αλλαγές. Ο κατώτερος μισθός αυξήθηκε αμέσως πάνω από 11%, μεγάλες βιομηχανίες και σαράντα, περίπου, τράπεζες κρατικοποιήθηκαν με την καταβολή αποζημιώσεων στους ιδιοκτήτες τους. Όλα έδειχναν, όπως και κάποια άλλα μεταγενέστερα μέτρα επί προεδρίας Μιτεράν, όπως π.χ. η μείωση της συνταξιοδότησης από τα 65 στα 60 έτη, η απελευθέρωση των αμβλώσεων, η κατάργηση του αδικήματος της ομοφυλοφιλίας, η υπόσχεση για μείωση της εβδομαδιαίας εργασίας στις 35 ώρες, η συμμετοχή των συνδικαλιστών στις διοικήσεις των επιχειρήσεων κ.ά., πως η Γαλλία  βάδιζε στο δρόμο της «αλλαγής και του σοσιαλισμού».
Ως το 1983 όλα φαίνονταν ρόδινα αλλά η περίοδος της στροφής προς τη λιτότητα ήταν προκαθορισμένη. Οι «Αγορές» (αυτό το νέο φρούτο της εποχής του νεοφιλελευθερισμού), άρχισαν τις επιθέσεις τους στο γαλλικό φράγκο με μια οργανωμένη και μεθοδευμένη κερδοσκοπία. Λίγοι γνώριζαν πως από την αρχή, ο σκληρός πυρήνας της κυβέρνησης Μιτεράν, με εξαίρεση τους χωρίς ουσιαστικές αρμοδιότητες κομμουνιστές υπουργούς, βρίσκονταν σε πλήρη και αγαστή συνεργασία με την κυβέρνηση Ρίγκαν σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, αλλά και σε μια προσπάθεια εκμηδένισης του ΚΚ της Γαλλίας. Το 1984 αποχώρησαν από την κυβέρνηση οι κομμουνιστές υπουργοί, αλλά η ζημιά, η διάβρωση που είχε προβλέψει ο γάλλος πρόεδρος είχε σε λίγα χρόνια ολο-κληρωθεί. Τα κόμμα του Ζορζ Μαρσέ είχε σχεδόν εξαφανισθεί από τη γαλλική πολιτική σκηνή.
Όταν σ’ αυτή την ερευνητική εργασία μιλάμε για διαφθορά, δεν εννοούμε αποκλειστικά την εμπορευματοποίηση της κρατικής εξουσίας μόνον έναντι χρηματικών ανταλλαγμάτων. Οποιαδήποτε δημαγωγική πράξη ή παράλειψη ενός πολιτικού προσώπου για προσωπικό ή κομματικό όφελος και η εξαπάτηση του λαού (με ψεύτικες υποσχέσεις), η οποία αποβαίνει με αδιαφάνεια εις βάρος των συμφερόντων των πολιτών, είναι μια άλλη μορφή διαφθοράς με πελατειακές μυστικές συμφωνίες και ραδιουργίες. Η πολιτική  ανεντιμότητα είναι κι’ αυτή ένα άλλο είδος διαφθοράς.
Ο Μιτεράν δεν υπήρξε ποτέ προσωπικά ο ίδιος υπόλογος για παράνομο χρηματισμό, αν και στην περίπτωση του μεγάλου σκανδάλου της Elf Aquitaine{i} (Έλφ Ακιτέν) κατηγορήθηκε πως γνώριζε ο ίδιος τις παράνομες διαδικασίες χρηματοδοτήσεων. Στο σκάνδαλο εμπλέκονταν και μεγάλα ονόματα του άμεσου πολιτικού του περιβάλλοντος, όπως ο πρώην υπουργός εξωτερικών Ρολάν Ντιμάς αλλά και οι θεωρηθέντες ως αθώοι, ελλείψει στοιχείων, Ντομινίκ Στρος Καν και Εντίτ Κρεσόν. Επίσης, οι κατηγορίες για μεθοδεύσεις που αρμόζουν σε «ηγέτη αστυνομικού κράτους» στην προσπάθειά του να διαφυλάξει τις σκοτεινές πολιτικές πλευρές των νεανικών του χρόνων, τα ερωτικά του σκάνδαλα αλλά και οι αποκαλύψεις του δημοσιογράφου Βενσάν Ζοβέρ, μετά το άνοιγμα των αμερικανικών αρχείων, αμαύρωσαν μετά το θάνατό του ανεπανόρθωτα το πολιτικό του προφίλ.
Για το «σκοτεινό παρελθόν{ii} του που επιδίωκε να θάψει», μίλησαν με υπονοούμενα κάποιοι πολιτικοί του αντίπαλοι, όταν αμνήστευσε «για λόγους εθνικής ενότητας» τους πραξικοπηματίες (στον πόλεμο της Αλγερίας) ακροδεξιούς στρατηγούς του OAS, που κατηγορήθηκαν και για την απόπειρα δολοφονίας του Ντε Γκολ. Θεώρησε επίσης «ως παρένθεση στην ιστορία της Γαλλίας» τους  συνεργάτες του καθεστώτος του Βισύ, που θεωρούνταν από τους αριστερούς Γάλλους ως ασυγχώρητοι προδότες και εθνικοσοσιαλιστές. Ως παρένθεση της ιστορίας μίλησε βέβαια είκοσι χρόνια πριν και ο Ζορζ  Πομπιντού, αλλά ο τέως δεξιός πρόεδρος δεν είχε τη «ρετσινιά» του συνεργάτη των Γερμανών στην κατεχόμενη Γαλλία, όπως ο Μιτεράν. Για να υπάρχει για τους αναγνώστες ένα σχετικό μέτρο σύγκρισης με τις αποφάσεις του Μιτεράν, θα πρέπει να αναλογισθούν τις αντιδράσεις που θα υπήρχαν από τα ελληνικά αριστερά κόμματα (σοσιαλιστικό και κομμουνιστικό), αν ο τότε πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής αμνήστευε τους πρωτεργάτες της δικτατορίας του 1967. Όταν ο Ανδρέας Λεντάκης, ο οποίος βασανίστηκε τόσο άγρια στην περίοδο της δικτατορίας και οι δημοκρατικές του ιδεολογικές απόψεις ήταν αναμφισβήτητες, μίλησε αργότερα «για επίδειξη επιείκειας και συγχώρεσης των πραξικοπηματιών για ανθρωπιστικούς λόγους», χαρακτηρίστηκε αμέσως ως «φασίστας, αφού πρόδωσε το αριστερό αγωνιστικό του παρελθόν». Πολλοί πρωτεργάτες της δικτατορίας πέθαναν στη φυλακή, γιατί ποτέ δεν αμνηστεύθηκαν κι’ ούτε τους δόθηκε χάρη από τους προέδρους της δημοκρατίας.
Οι συνταρακτικές αποκαλύψεις του Βενσάν Ζοβέρ γνωστοποιήθηκαν στο γαλλικό κοινό με δυο δημοσιεύματά του, στις 12 και στις 19 του Μάη του 2010, στο περιοδικό «Nouvel Observateur» και αφορούσαν στα μυστικά έγγραφα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και των «προεδρικών βιβλιοθηκών» των ΗΠΑ, τα οποία δημοσιεύτηκαν μετά την προβλεπόμενη παρέλευση των τριάντα ετών.
Τα ως τότε μυστικά έγγραφα αποκάλυπταν τις διερευνητικού χαρακτήρα συζητήσεις του Ρίγκαν, με το σοσιαλδημοκράτη γερμανό Καγκελάριο Χέλμουτ Σμιτ στο Λευκό Οίκο και του τότε αντιπροέδρου της κυβέρνησης των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους (του πρεσβύτερου)  με το Φρανσουά Μιτεράν στο μέγαρο των Ηλυσίων, στο Παρίσι. Είναι αδύνατον να αναφερθούν σε μια μικρή έρευνα όλα αυτά τα συγκλονιστικά, για τον κυνισμό και την αδιαφάνειά τους, αποκαλυπτικά  κείμενα. Σ’ αυτά γίνεται λόγος για έναν σοσιαλιστή πρόεδρο που είναι περισσότερο «φιλονατοϊκός» από τον δεξιό προκάτοχό του, το Ζισκάρ Ντ’ Εστέν, ο οποίος ως πρόεδρος πριν από το Μιτεράν ανέτρεψε όλες τις προϋπάρχουσες από τον Ντε Γκολ αντιαμερικανικές θέσεις της γαλλικής εξωτερικής πολιτικής (με μυστικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ).
Το διπλό και μυστικό πολιτικό παιχνίδι του Μιτεράν, έδειχνε το δρόμο που θα ακολουθούσε και μετά το 1981 η μεγαλύτερη «σοσιαλιστική μηχανή της Ευρώπης», όπως χαρακτηρίστηκε τότε η Γαλλία από κάποιους αφελείς. Την ίδια περίοδο, τα σοσιαλιστικά κόμματα των μικρότερων ευρωπαϊκών χωρών και μαζί τους το ελληνικό, ξεσήκωναν τους ψηφοφόρους τους «με το ΕΟΚ και ΝΑΤΟ, το ίδιο συνδικάτο». Ήταν μια δημαγωγική και ψεύτικη υπόσχεση για αποχώρηση «από το ίδιο συνδικάτο», ενώ ο βασικός στόχος ήταν η προσέλκυση των κομμουνιστών ψηφοφόρων στη δήθεν «Νέα Αριστερά».     
Αλλά και οι άλλες αποκαλύψεις διαφωτίζουν την πολιτική που θα ακολουθούσε ο Μιτεράν. Ο Μπους, πρώην αρχηγός της CIA, είχε την πονηριά και την τέχνη να εκμαιεύει τις βαθύτερες προθέσεις του νέου γάλλου προέδρου. Έτσι, πληροφορήθηκε πως, βάζοντας στην κυβέρνησή του ο Μιτεράν τους τέσσερις κομμουνιστές υπουργούς θα επιχειρούσε να διαβρώσει και να εκμηδενίσει το ΚΚΓ, πως ήταν φίλος του Ισραήλ αλλά θα έπρεπε να επιδεικνύει «έναν ψεύτικο φιλοαραβισμό», λόγω των παραδοσιακών σχέσεων της Γαλλίας με τους Άραβες αλλά και λόγω των μεγάλων χρεών της χώρας του προς αυτούς (προφανώς από προμήθειες πετρελαίου). Αργότερα, ως πρόεδρος των ΗΠΑ ο Μπους, κατάφερε να επιτύχει τη συναίνεση του «γάλλου φίλου του» στους βομβαρδισμούς της Λιβύης του Καντάφι και στην «καταιγίδα της Ερήμου» εναντίον του Σαντάμ Χουσεΐν. Η αρμονική συνεργασία συνεχίστηκε και στην περίπτωση της πώλησης γαλλικών όπλων στους Σαντινίστας της Νικαράγουα. Σε κάθε πώληση, οι γαλλικές μυστικές υπηρεσίες έδιναν πλήρη στοιχεία στις αμερικανικές, για να οργανώνονται σαμποτάζ με σκοπό την καταστροφή των όπλων μετά την παράδοση του πολεμικού υλικού και την είσπραξη των χρημάτων. Η ίδια συνεργασία υπήρξε και στο θέμα της παράδοσης εμπιστευτικών πληροφοριών, που αφορούσαν στα δίκτυα κατασκοπίας της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτά τα δίκτυα οι γαλλικές υπηρεσίες αντικατασκοπίας τα γνώριζαν πολύ καλά από πράκτορές τους μέσα στη σοβιετική KGB, οι οποίοι δρούσαν με την κωδική ονομασία  Farewell.  Όμως, το κερασάκι στην τούρτα ήταν η μυστική συμφωνία «Απόλλων» για πυρηνικές δοκιμές της Γαλλίας στην αμερικανικά έρημο της Νεβάδας. Αρκετά χρόνια μετά, για τέτοιες φανερές δοκιμές στα νησιά  Μουρουρόα την 1η Φεβρουαρίου 1996, ο μετέπειτα δεξιός πρόεδρος της Γαλλίας Ζακ Σιράκ δέχτηκε οργανωμένη επίθεση από τα διεθνή ΜΜΕ και διαδηλώσεις διαμαρτυρίας σε πολλές χώρες του κόσμου. Για το Μιτεράν όμως, κανένας απλός πολίτης δεν πληροφορήθηκε, για τριάντα ολόκληρα χρόνια, πως είχε πραγματοποιήσει τέτοιες πυρηνικές δοκιμές σε αμερικανικό έδαφος. Όσοι γνώριζαν σιωπούσαν, άλλοι από κομματική σκοπιμότητα κι’ άλλοι από φόβο.
Αυτός ο απόλυτος έλεγχος των γαλλικών ΜΜΕ από το γάλλο πρόεδρο, για ειδήσεις που αφορούσαν στην προσωπική του δημόσια και ιδιωτική ζωή, δείχνει μια άλλη άγνωστη στους πολλούς πλευρά της προσωπικότητάς του. Είχε επιβληθεί ένα είδος μαφιόζικης «ομερτά», με τρόπους που θα ζήλευαν και ηγέτες ολοκληρωτικών καθεστώτων. Αργότερα, μετά το θάνατο του Μιτεράν, πολλοί παράγοντες του δημοσιογραφικού κόσμου της Γαλλίας απέδωσαν αυτή την «πειθαρχημένη σιωπή» των ΜΜΕ στην διακριτικότητα και στην πολιτισμένη αντίληψη των γάλλων δημοσιογράφων «οι οποίοι πάντα σέβονταν την ιδιωτική ζωή των ηγετών τους». Μεγάλο ψέμα! Η αλήθεια είναι πως η πλειονότητα του δημοσιογραφικού κόσμου σιωπούσε, γιατί δεν ήθελε να βρεθεί αντιμέτωπη με τη φημισμένη, για τις μαφιόζικες μεθόδους της «παρακρατική ομάδα la  Cellule Élysée » («ο πυρήνας/το κύτταρο των Ηλυσίων»). Άλλοι δημοσιογράφοι, είτε ιδεολογικά είτε συμφεροντολογικά τοποθετημένοι στο κομματικό στρατόπεδο του Μιτεράν, δεν θα επιθυμούσαν να έρθουν σε σύγκρουση με μια σημαντική μερίδα πολιτών που λάτρευαν το σοσιαλιστή ηγέτη και θα θεωρούσαν συκοφαντίες τις τυχόν αποκαλύψεις τους. Στο βιβλίο του για την «αιχμάλωτη» (la captive) Αν Πενζό, την αιώνια ερωμένη του σοσιαλιστή προέδρου, ο δημοσιογράφος Νταβίντ Λε Μπαγί{iii} γράφει, το Μάρτη του 2014, γι’ αυτή την «αναγκαστική διακριτικότητα» που αφορούσε στην ιδιωτική ζωή των πολιτικών αλλά και για την «υποταγή των ΜΜΕ στην πολιτική εξουσία». Παλαιότερα και ο ασυμβίβαστος και δεξιάς ιδεολογίας δημοσιογράφος και συγγραφέας Γιαν Μονκόμπλ{iv}  τόνισε, στο οπισθόφυλλο ενός βιβλίου του, για τα (κατά την προσωπική του εκτίμηση) τρία τέταρτα των γάλλων δημοσιογράφων που υπόκυψαν και υποτάχθηκαν στα συμφέροντα της κρατικής εξουσίας και του μεγάλου κεφαλαίου.
Για τα γεγονότα της προεδρίας Μιτεράν θα συνεχίσουμε στο επόμενο άρθρο.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
i.-  Τα σκάνδαλα της κρατικής εταιρείας πετρελαιοειδών Elf Aquitaine αφορούσαν σε υποθέσεις διαπλοκής στη Γερμανία και στην Αφρική. Στην πρώτη περίπτωση ο Μιτεράν επιδίωξε, το 1994, την ενίσχυση της προεκλογικής εκστρατείας του δεξιού γερμανικού κόμματος CDU με δεκαπέντε εκατομμύρια δολάρια, ώστε να επανεκλεγεί και να παραμείνει στην καγκελαρία ο Χέλμουτ Κολ, με τον οποίο διατηρούσε άριστες φιλικές σχέσεις. Οι δυο τους είχαν συνεργαστεί θαυμάσια για την ολοκλήρωση της συνθήκης του Μάαστριχτ και ο γάλλος πρόεδρος θα επιθυμούσε να έχει ως συνομιλητή από τη γερμανική πλευρά τον Χ. Κολ, για να υπάρξουν θετικές προοπτικές  στη συμφωνία για την Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση. Αλλά και πιο πριν, το 1992, η Ελφ Ακιτέν αγόρασε το γερμανικό διυλιστήριο «Λόινα» καταβάλλοντας ως προμήθεια το ποσό των 256 εκατομμυρίων γαλλικών φράγκων στον μεσάζοντα Αντρέ Γκελφί.

ii.-  Από το 1935 και ως το 1943, ο Μιτεράν συμμετείχε ως απλό μέλος ή ως διακεκριμένο στέλεχος σε ακροδεξιές ομάδες και σε φιλοναζιστικές οργανώσεις («La Cagoule» (η Κουκούλα) και η «Γαλλική Λεγεώνα των Μαχητών»). Μάλιστα, ως αναγνωρισμένο ηγετικό στέλεχος της «λεγεώνας» είχε εγκατασταθεί, το 1942, στην έδρα της κυβέρνησης του στρατάρχη Πεταίν, στο Βισύ, και έλαβε τιμητική διάκριση (αναφέρεται ως décoration/παρασημοφορία) με πρόταση του αξιωματούχου της κατοχικής κυβέρνησης, του Γκαμπριέλ Ζαντέ. Στη διάρκεια του 1943 και όταν πλέον ήταν φανερό πως η Γερμανία άρχισε να εμφανίζει τεράστια προβλήματα στο ρωσικό μέτωπο αλλά και δυσκολίες με τις βρετανικές και αμερικανικές δυνάμεις στο δυτικό μέτωπο, ο Μιτεράν και κάποιοι άλλοι από τις συνεργαζόμενες με τους Γερμανούς παρακρατικές ομάδες, ήρθαν σε επαφή με ανταρτικές ομάδες για κοινή δράση κατά των δυνάμεων κατοχής του Βισύ. Οι Γερμανοί, όταν πληροφορήθηκαν το διπλό παιχνίδι του Μιτεράν αποφάσισαν να τον συλλάβουν. Δεν πρόλαβαν διότι τον ενημέρωσε έγκαιρα ο Ρενέ Μπουσκέ, ο γενικός γραμματέας της αστυνομίας του καθεστώτος του Πεταίν. Έφυγε κρυφά από το Βισύ και το Μάρτη του 1944 βρέθηκε ως αρχηγός μιας ομάδας αντιστασιακών στη Νότια Γαλλία με το κωδικό ψευδώνυμο «François Morland » (Φρανσουά Μορλάν). Με το Μπουσκέ διατήρησε στενές φιλικές σχέσεις  και μετά την εκλογή του στο αξίωμα του προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας. Για τις σχέσεις του αυτές με πρώην στελέχη της κατοχικής κυβέρνησης, δέχτηκε σφοδρές επικρίσεις από δεξιούς αλλά και αριστερούς συνεργάτες του. Όταν το 1993 ο Μιτεράν είχε εμφανώς εξασθενίσει σοβαρά από την αρρώστια του και πολιτικά με την άνοδο της Δεξιάς και την ανάδειξη του Σιράκ ως πρωθυπουργού, ο Μπουσκέ έχασε τον προστάτη του και μαζί του την προστασία των «Πυρήνων των Ηλυσίων. Στις 8 Ιουνίου του 1993 ο πρώην γενικός γραμματέας της κατοχικής κυβέρνησης του Βισύ δολοφονήθηκε στο σπίτι του από τον Κριστιάν Ντιντιέ, έναν ιδιόρρυθμο και με ψυχολογικά προβλήματα γάλλο πολίτη. Εκτός από το Ρενέ Μπουσκέ είχε παλαιότερα την πρόθεση να δολοφονήσει μέσα στις φυλακές τον γνωστό εγκληματία πολέμου Κλάους Μπάρμπι και το συνεργάτη των Γερμανών Πολ Τουβιέ, για να εκδικηθεί τα αθώα θύματα των ναζί στη γενέτειρά του. Οι δικηγόροι του Ντιντιέ, ο Τιερί Λεβί και ο Αρνό Μονμπούρ (μετέπειτα γνωστό μεγάλο στέλεχος του σοσιαλιστικού κόμματος) δικαιολόγησαν τη δολοφονία «ως έγκλημα στο όνομα της ιστορίας». 
iii.-«La captive de Mitterrand»-David Le Bailly -337 pages
iv.-Yann Moncomble: «Quand la presse est aux ordres de la finance»-éditions «Faits et documents», 1986,

Τελευταία ενημέρωση: 
Πέμ. 07 Δεκ. 2017 - 10:43